Εκτύπωση

του Απόστολου Νικολόπουλου,

Παρόλο που τα εκπαιδευτικά ιδρύματα βρίσκονται σε περίοδο θερινών διακοπών, μέσα στον Ιούλη προέκυψαν εκπαιδευτικά ζητήματα που προβλήθηκαν από τα ΜΜΕ ή προκάλεσαν αίσθηση στους εκπαιδευτικούς. Τέτοια είναι τα σχέδια για κατάργηση του άρθρου 16 και ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ, η εισαγωγή διαγωνισμού του ΑΣΕΠ ως πρόσθετο κριτήριο για διορισμό εκπαιδευτικών και οι εξαγγελίες για «ελεύθερη επιλογή σχολείου». Αναπτύχθηκαν επίσης, και ορθώς, αγωνιστικές αντιδράσεις ενάντια στο διαγωνισμό ΑΣΕΠ, που χρειάζεται να ενταθούν. Προβληματισμός υπάρχει και για την κατάσταση που θα αντιμετωπίσει ο εκπαιδευτικός κόσμος με το άνοιγμα σχολείων και σχολών μετά την καλοκαιρινή περίοδο, οι ελλείψεις εκπαιδευτικού προσωπικού στα ΑΕΙ και η επιμονή των κυρίαρχων κύκλων για ολοκληρωτική επιβολή της αξιολόγησης σε πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Η πραγματικότητα όμως δεν περιορίζεται μόνο σε αυτά που αναφέραμε, που βεβαίως είναι σημαντικά. Εδώ χρειάζεται όσο το δυνατόν καλύτερη γνώση της γενικής εικόνας, καθώς και όλων των βασικών προτεραιοτήτων της αστικής τάξης, ακόμα και αυτών που δεν εκδηλώνονται ολοφάνερα στην καθημερινή εμπειρία των εργαζομένων, προκειμένου η πάλη ενάντια στις αντιδραστικές αλλαγές να γίνει πιο αποτελεσματική και να αποκτήσει πιο γενικά χαρακτηριστικά.

Υπάρχουν λοιπόν πρόσθετα ζητήματα σχετικά με την εκπαίδευση, που αναδεικνύονται αν ελέγξουμε διάφορες πηγές (διεθνείς οργανισμούς, ανακοινώσεις, δημοσιεύματα); Πράγματι, υπάρχουν πολλά τέτοια αξιοσημείωτα το τελευταίο δίμηνο, μάλλον ασυνήθιστα πολλά. Αρχικά θα εκθέσουμε κάποια απ’ αυτά και μετά θα διατυπώσουμε σχετικά σχόλια και σκέψεις.

Ένα πρώτο είναι ότι η 111η Διεθνής Συνδιάσκεψη Εργασίας της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO), που έγινε στη Γενεύη τον Ιούνη, κατέληξε και ενέκρινε «Σύσταση για την Ποιοτική Μαθητεία». Η ILO είναι αυτόνομος διακρατικός οργανισμός συνδεόμενος με τον ΟΗΕ και η έκδοση σύστασης συνεπάγεται σχετική συζήτησή στη Βουλή εντός 18μήνου. Η σύσταση που αναφέραμε ακολουθεί βασικά δόγματα του κεφαλαίου, εξυμνώντας την «ποιοτική μαθητεία», αλλά και μιλώντας για αξιολόγηση, δεξιότητες κοκ. Ρέπει σε «σκληρές» προϋποθέσεις ακόμα και για την πρόσβαση σε μαθητεία και ταυτόχρονα προωθεί την επέκταση της μαθητείας σε όλη τη σχετική εκπαίδευση, την επαγγελματική εκπαίδευση, τη δια βίου μάθηση και τις πολιτικές εργασίας. Ορίζει αναλυτικά το ρυθμιστικό πλαίσιο, τι θα περιλαμβάνουν τα συμφωνητικά μαθητείας, μέτρα προώθησής της και θέματα διεθνούς και εθνικής συνεργασίας («καλές πρακτικές», εταίροι κ.λπ.).

Ένα δεύτερο σημαντικό, και προς το παρόν «αθέατο» στα εκπαιδευτικά μας πράγματα, σημείο είναι η απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (10-5-23) για ανακήρυξη του 2023 (πρακτικά, του διαστήματος 9/5/23-8/5/24) ως «έτος δεξιοτήτων» για όλη την Ένωση. Υπογραμμίζουμε ότι η ΕΕ έχει πάρει αρκετές σημαντικές αποφάσεις σχετικές με τις δεξιότητες τα τελευταία χρόνια (το Σύμφωνο του 2020, σχετικά ζητήματα για τον Ευρωπαϊκό χώρο Εκπαίδευσης το 2021, διάφορες συστάσεις το 2022). Η απόφαση της 10/5 τονίζει την ανάγκη ενός εργατικού δυναμικού κατάλληλου να διασφαλίσει την «πράσινη» και ψηφιακή μετάβαση, που είναι στρατηγικής σημασίας επιδιώξεις του κεφαλαίου, και να συνεισφέρει στην αποτροπή κλυδωνισμών λόγω επιπτώσεων της πανδημίας Covid και του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας. Τα στοιχεία όμως που δίνει για τις δεξιότητες στην ΕΕ δείχνουν απογοητευτικά και επιζητούνται πάση θυσία εφεδρείες και πρόσθετο δυναμικό (νέοι, γέροι, γυναίκες, μετανάστες). Στην απόφαση τίθεται ο γενικός στόχος, η «περαιτέρω προώθηση μιας νοοτροπίας επανειδίκευσης και αναβάθμισης των δεξιοτήτων», καθώς και επιμέρους στόχοι. Περιγράφονται τα είδη μέτρων που θα παρθούν, αρκετά εκ των οποίων σχετίζονται άμεσα με την εκπαίδευση (πρωτοβουλίες για «επανειδίκευση και αναβάθμιση δεξιοτήτων», εργαλεία για «διαφάνεια» τίτλων από χώρες εκτός ΕΕ και για «επικύρωση» μάθησης κ.λπ.). Ρυθμίζονται καταρχήν τα θέματα συντονισμού σε εθνικό επίπεδο και επίπεδο Ένωσης καθώς και συνεργασίας σε διεθνές επίπεδο.

Επιπλέον, στις 6/7 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κυκλοφόρησε (στα αγγλικά) την Έκθεση «Απασχόληση και Κοινωνικές Εξελίξεις στην Ευρώπη» για το 2023, που περιέχει αρκετές αναφορές άμεσα ή έμμεσα σχετιζόμενες με την εκπαίδευση (δομικές ελλείψεις-οδηγοί σε ιατρικά επαγγέλματα και STEM, ειδικεύσεις-επανειδικεύσεις στο πλαίσιο της πράσινης ανάπτυξης, το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την προσχολική αγωγή και τις γυναίκες κ.α.).

Περνώντας στις εσωτερικές εξελίξεις, αξίζει καταρχήν να σταθούμε στην 103η Σύνοδο Πρυτάνεων (11-14 Ιούνη). Η Σύνοδος, που ανάμεσα στους χορηγούς της φιγούραραν η ΔΕΗ Α.Ε. και ο όμιλος Huawei, συζήτησε θέματα χρηματοδότησης, ελλείψεων προσωπικού και ζητήματα θεσμικών αλλαγών. Στο πρόγραμμα πάντως της 13/6 ξεχωρίζουν οι συνεδρίες για το «ρόλο των ελληνικών πανεπιστημίων στις προκλήσεις της σύγχρονη εποχή» (καινοτομία, «εξωστρέφεια», «ανάπτυξη») και για τη «σύνδεση των προγραμμάτων σπουδών με την αγορά εργασίας». Διεξήχθη επίσης συνάντηση εργασίας για το ρόλο των ΑΕΙ «στο πλαίσιο της Ενεργειακής και Δίκαιης Μετάβασης» μαζί με στελέχη υπουργείων και αρμόδιο παράγοντα της ΕΕ.

Στη Σύνοδο τοποθετήθηκε ο Γενικός Διευθυντής του ΣΕΒ, του συνδέσμου των βιομηχάνων, που διατύπωσε γραμμή και απαιτήσεις. Είπε ότι με την «επερχόμενη συνύπαρξη ανθρώπινης και τεχνητής νοημοσύνης» πρέπει «να αλλάξουμε πίστα», παρότρυνε για ακόμα στενότερη σχέση ΑΕΙ-ΣΕΒ και ανέδειξε τρεις προτεραιότητες για τη συνεργασία επιχειρήσεων-πανεπιστημίων: την «κάλυψη χασμάτων» στο «μετασχηματισμό της καινοτομίας σε εμπορεύσιμα προϊόντα», την «αναβάθμιση του θεσμού της πρακτικής άσκησης» (το 2021 είχε εκδώσει σχετική έκθεση ο ΣΕΒ) και την «επικαιροποίηση» του χάρτη και των προγραμμάτων σπουδών. Για το τελευταίο, μάλιστα, ζήτησε χωρίς περιστροφές σχεδόν διπλασιασμό των εισακτέων στις σχολές τεχνολογίας πληροφορικής και επικοινωνιών.

Σχετικά με τις εσωτερικές εξελίξεις, μία δεύτερη σημαντική πλευρά είναι οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης. Εδώ έχουν γίνει ευρύτερα αντιληπτά κάποια θέματα (άρθρο 16, θεσμικά, πιθανά νέα μαθήματα, «αυτονομία»), αλλά είναι πολύ σημαντικά και τα κομμάτια τους που αφορούν τα ψηφιακά και τη σύνδεση με την αγορά εργασίας. Καταρχάς, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε εμφατικά στις ψηφιακές δεξιότητες, αφού πρώτα επαίνεσε δήλωση του υπουργού ότι θέλει μαθητές «επεξεργαστές» και όχι «σκληρούς δίσκους»! Επίσης ο υπουργός παιδείας έδωσε βάρος σε σχετικά θέματα, με αναφορά στα προγράμματα αναγνώρισης πιστοποιητικών ψηφιακών δεξιοτήτων και εξαγγέλοντας τη ψηφιοποίηση του συνόλου των υπηρεσιών του υπουργείου, ρομποτικά εργαστήρια κ.λπ. Υπενθυμίζουμε ότι πριν τις εκλογές ήταν Υπουργός Επικρατείας και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ενώ στην ίδια κατεύθυνση δείχνουν το διδακτορικό και τα ερευνητικά ενδιαφέροντα του νέου πρόεδρου του ΙΕΠ (ψηφιακές τεχνολογίες στην εκπαίδευση, διδακτική πληροφορικής, εξ αποστάσεως εκπαίδευση κοκ.).

Η προωθούμενη «ψηφιοποίηση» στην εκπαίδευση δεν είναι μια προοδευτική διαδικασία, όπως την παρουσιάζουν, αλλά συνδέεται με αντιεκπαιδευτικές αλλαγές στο περιεχόμενο και τις μεθόδους της διδασκαλίας, με συμφέροντα εταιριών στο χώρο της εκπαίδευσης και με χρήση κατάλληλων ψηφιακών εφαρμογών για αντιδραστικούς σκοπούς (πανοπτικός έλεγχος εκπαίδευσης, παρακολούθηση εργασιακής διαδρομής αποφοίτων υπέρ των εργοδοτών, επέκταση τηλεκπαίδευσης κ.λπ.). Αν κάποιος χάσει από την οπτική του τον ταξικό χαρακτήρα των αναδιαρθρώσεων και τις πρακτικές επιπτώσεις της ψηφιοποίησης στη τάξη, τότε ίσως να οδηγηθεί στην άποψη ότι η ψηφιοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι «αναγκαια», όπως τοποθετήθηκε το ΚΚΕ στη συζήτηση για τις προγραμματικές δηλώσεις (Κουτσούμπας, Δελής).

Εκθέσαμε στοιχεία για τις λεγόμενες «ελλείψεις δεξιοτήτων» και εργατικού δυναμικού σε διάφορους κλάδους, που βέβαια είναι αναπόφευκτο σύμπτωμα του βασικά άναρχου (εξ αιτίας των ιδιωτικών συμφερόντων και παρά τις όποιες προσπάθειες ρύθμισής του) Μετά απ’ αυτά, γίνεται φανερό ότι οι προγραμματικές εξαγγελίες της κυβέρνησης για πρόγραμμα κατάρτισης και πιστοποίησης 100.000 ατόμων, ενδεχομένως αποφοίτων σχολών, σε κλάδους τεχνολογίας και βασικά πληροφορικής αποτελούν πλήρη εναρμόνιση με ζητούμενα του κεφαλαίου. Στην ίδια ρότα κινούνται και οι εξαγγελίες για παραπέρα ανάπτυξη των βιομηχανικών διδακτορικών και των funds για χρηματοδότηση καινοτόμων ιδεών φοιτητών και καθηγητών (επισφαλείς, καθώς παρατηρείται μεγάλη μείωσή τους φέτος παγκοσμίως και στην ΕΕ) και για νόμο που θα συνεπάγεται συνένωση των δυνάμεων ΕΠΑΛ-ΙΕΚ-ΕΕΚ και καλύτερη σύνδεσή τους με την αγορά. Άλλωστε, ο Κυρ. Πιερρακάκης φιλοξενήθηκε επί μιάμιση ώρα σε εκπομπή («Innovative Greeks Talks», 17/7/23) με οικοδεσπότη τον πρόεδρο της Επιτροπής Καινοτομίας του ΣΕΒ.

Τι προκύπτει άραγε συνολικά απ’ όσα εκθέσαμε;

Κατά τη γνώμη μου, είναι κραυγαλέο ότι το τελευταίο διάστημα αναπτύσσονται, ταυτοχρόνως από διάφορες διεθνείς και εγχώριες πλευρές, αξιοσημείωτα σημαντικές πρωτοβουλίες για θέματα που αφορούν τη σχέση εκπαίδευσης-εργασίας. Ιδιαιτέρως, αυτό θυμίζει και μία προσέγγιση του ΣΕΒ, ότι αυτός πήρε κάποιες τροχιοδεικτικές πρωτοβουλίες σύνδεσης εκπαίδευσης-εργασίας και τώρα άλλοι πρέπει να κάνουν τα πιο τολμηρά βήματα. Χρειάζεται, πιστεύω, αυτά τα θέματα να ληφθούν υπόψη από το εκπαιδευτικό κίνημα, για το πώς μπορεί να επιδρούν στη δράση, τα αιτήματα και τις μορφές οργάνωσης.

Επίσης, διαπιστώνουμε ότι αρκετές παρεμβάσεις γίνονται σχετικά αθόρυβα. Όσον αφορά τις εσωτερικές εξελίξεις, αυτό έχει να κάνει και με την ύπαρξη ενός ισχυρού νομοθετικού πλαισίου που οριοθετεί το πεδίο σχεδόν σε όλες τις περιοχές της εκπαίδευσης. Ίσως αυτό σχετίζεται και με τις αποστροφές του νέου υπουργού Παιδείας για έμφαση στην καθημερινή δουλειά και όχι στις μεγάλες μεταρρυθμίσεις, χωρίς να αποκλείονται και τέτοιες. Προβάλλεται από συστημικούς κύκλους η άποψη της μεθοδικής «αποτελεσματικότητας», που ουσιαστικά θα καταλήγει σε ένα νέο πεδίο, όπου οι δυνατότητες ανάπτυξης ταξικής πάλης των «από κάτω» θα είναι περιορισμένες.

Από το άλλο μέρος, εφόσον μελετιέται συστηματικά η τακτική της αστικής τάξης, τότε υπάρχει η δυνατότητα πρόβλεψης και κατάλληλης προετοιμασίας για αποτροπή σχεδιασμών της. Αυτό είναι σημαντικό ώστε οι μαχόμενες δυνάμεις να μην ακολουθούν τις εξελίξεις, αλλά να προετοιμάζονται έγκαιρα για την αποτροπή των σχεδίων του αντίπαλου και κατάλληλη ιδεολογική-πολιτική παρέμβαση. Για παράδειγμα, μπορούμε να προβλέψουμε ότι εάν αλλάξει ο αριθμός εισαγομένων στην πληροφορική και δεν τεθούν τα θέματα πρόσβασης στη γνώση σύμφωνα με τις σύγχρονες ανάγκες της εργατικής τάξης και της νεολαίας, τότε θα υπάρξει μαρασμός άλλων σχολών.

Προβάλλει επίσης ακόμα πιο επιτακτικά η ανάγκη για ευρύτερη θεώρηση των θεμάτων της εκπαίδευσης. Η συμπεριφορά άραγε απέναντι στους αναπληρωτές δεν συνδέεται άμεσα με την προσπάθεια πλήρους απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων, απαξίωσης των πτυχίων και δημιουργίας δεξαμενής εργατικού δυναμικού χωρίς δικαιώματα, τσακισμένο συνδικαλιστικά και χωρίς αγωνιστικό φρόνημα, απ’ όπου θα αντλεί το κεφάλαιο εργαζόμενους με ικανότητες που θα αντιστοιχούν ακριβώς σε ό,τι του χρειάζεται; Όσον αφορά τους γενικότερους παράγοντες που καθορίζουν τη διεθνή εκπαιδευτική πολιτική, είναι λογικό να δίνονται λεφτά με το σωρό για πολεμικούς εξοπλισμούς και τον πόλεμο στην Ουκρανία, να πλουτίζουν δήθεν «πράσινες» εταιρίες και ο αναπληρωτής να ωθείται σε έξοδα για μεταπτυχιακά και πρόσθετα «προσόντα», προκειμένου να διεκδικεί ένα δεκάμηνο εργασίας;

Πολλές είναι οι προκλήσεις απέναντι στους εργαζόμενους, στο χέρι τους όμως είναι να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες της εποχής.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here