Εκτύπωση

της Σοφίας Χατζοπούλου,

Αν η Μάργκαρετ Θάτσερ άφησε θλιβερή παρακαταθήκη στην πολιτική ιστορία με το σλόγκαν της «δεν υπάρχει εναλλακτική» (ΤΙΝΑ) και ο Τραμπ ανέβηκε στην εξουσία με την εθνικιστική του κορώνα «να κάνουμε την Αμερική μεγάλη ξανά», μπορούμε να πούμε με σιγουριά πια, μετά από δύο χρόνια διακυβέρνησης της ΝΔ, ότι το μότο που χαρακτηρίζει τη σημερινή κυβέρνηση είναι αυτό της «ατομικής ευθύνης».

Ατομική ευθύνη παντού, κι όχι μόνο στα ζητήματα της πανδημίας. Μπορεί η ατομική ευθύνη να μπήκε στη ζωή μας σε συνθήκες πανδημίας με την άμεση σύνδεσή της με την προφύλαξη από την Covid-19, αλλά τελικά επιχειρείται η εδραίωσή της ως ιδεολογικό εργαλείο που θα ελέγχει κάθε πτυχή της ζωής μας. Στόχος είναι η ατομική ευθύνη να αφορά πια εξ ολοκλήρου την υγεία, τη μόρφωση, την εργασία, τις ανισότητες, την κοινωνική ένταξη, κάθε πτυχή του κοινωνικού γίγνεσθαι.

Με αυτόν τον τρόπο βγαίνουν πια από τον χάρτη οι κοινωνικές και υλικές συνθήκες, οι σχέσεις εξουσίας και οι δομές ανισοτήτων και κυρίως η κοινωνική και πολιτική ευθύνη των ιθυνόντων. Η ευθύνη για όλα αυτά που ταλανίζουν τον άνθρωπο σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης εδώ και αιώνες πέφτει απλά και βολικά για κάποιους στους ώμους του, κάνοντάς τον να σκύβει ακόμα περισσότερο κάτω από τον ζυγό της αδικίας, της καταπίεσης και του ελέγχου. Οι κρατούντες, αυτοί που έχουν αναλάβει την οργάνωση της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής ζωής, σταματούν πια να λογοδοτούν στην κοινωνία για τις αποφάσεις τους και τις επιπτώσεις που αυτές έχουν στο κοινωνικό σύνολο.

Κάπως έτσι, η πολιτική εξουσία αποφασίζει και περνά με τροπολογία τη θέσπιση του ακαταδίωκτου για όσους συμμετέχουν στην επιτροπή των λοιμωξιολόγων και έχουν αναλάβει τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, για τους ειδικούς επιστήμονες, δηλαδή, που γνωμοδοτούν και παρελαύνουν καθημερινά μέσα στα σπίτια μας μέσω των καναλιών, δίνοντας κατευθυντήριες για τη ζωή μας στα χρόνια της πανδημίας. Η τροπολογία αυτή δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να αναγνωρίζει θεσμικά ένα επιστημονικό κατεστημένο δίνοντάς του νομιμοποίηση και προνόμια μέσα από μια συνέργεια που μόνο ανασφάλεια και σύγχυση μπορεί να δημιουργεί στην ήδη πληγωμένη κοινωνία. Οι επιστήμονες που σε συνδυασμό με την πολιτική εξουσία συμβάλλουν στη διαμόρφωση πολιτικών για την κοινωνία δεν έχουν τελικά καμία λογοδοσία σε αυτήν. Αντίθετα, για ό,τι στραβό συμβεί φταίει το άτομο. Το άτομο φταίει για την κατάσταση των νοσοκομείων, των σχολείων, των μέσων μαζικής μεταφοράς… Το άτομο φταίει που δεν προσαρμόζει τη συμπεριφορά του έτσι ώστε να μην εκτεθεί το κράτος με τις ελλείψεις που σκόπιμα έχει συσσωρεύσει στον δημόσιο τομέα, τομέα του οποίου έχει την απόλυτη ευθύνη. Το άτομο φταίει για την ασυμφωνία, τα διπλά μηνύματα, τις αντιφατικές πολιτικές και αποφάσεις που λαμβάνονται κεκλεισμένων των θυρών.

Καθώς φαίνεται, το άτομο φταίει τελικά που δεν έχει ιδιωτικό αυτοκίνητο και αναγκάζεται να χρησιμοποιεί καθημερινά τα στοιβαγμένα μέσα συγκοινωνίας για να πάει στη δουλειά του των 600 ευρώ…

Η ατομική ευθύνη, όμως, δεν αφορά μόνο τα ζητήματα της υγειονομικής κρίσης. Μέσα από τον δούρειο ίππο της διαχείρισης της πανδημίας, ολόκληρο το ιδεολογικό κατασκεύασμα περί ατομικής ευθύνης αποτελεί τη βάση των νομοθετημάτων της πολιτείας, με τελευταίο το νομοσχέδιο που φέρνει η κυβέρνηση για τα εργασιακά, το οποίο καταργεί ουσιαστικά κάθε κατάκτηση των εργαζομένων. Με βάση λοιπόν αυτό το νομοσχέδιο η κυβέρνηση διατείνεται ότι, όχι μόνο δεν καταργεί το οκτάωρο, αλλά το θωρακίζει (!), αφού δίνει στον εργαζόμενο τη δυνατότητα, «αν το θέλει ο ίδιος», να ρυθμίσει με αίτημά του τις ώρες εργασίας του με βάση τις ανάγκες του. Η ευθύνη και η λογοδοσία μετακυλίεται στο μικρότερο κομμάτι του κοινωνικού οργανισμού, το άτομο, το οποίο ορίζεται μέσα από τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία ως «ανεξάρτητο» κι «ελεύθερο» να επιλέγει φέροντας την ευθύνη για τις επιλογές του. Το νεοφιλελεύθερο λεξιλόγιο, με έννοιες όπως αυτή της «ελεύθερης επιλογής» και «ισότιμης διαπραγμάτευσης», αντηχεί στο νομοσχέδιο, το οποίο σκόπιμα αποκρύπτει τις πραγματικές συνθήκες στον χώρο της εργασίας και της κοινωνίας γενικότερα, που στερούν κάθε δυνατότητα πραγματικής επιλογής για τον εργαζόμενο. Πώς μετριέται, όμως, άραγε αυτή η ελευθερία, όταν το κράτος συνειδητά επιλέγει να μην βλέπει τις πραγματικές συνθήκες που καθορίζουν τις δυνατότητες δράσης του κάθε ατόμου; Όταν κατασκευάζει έναν ιδεολογικό μύθο κράτους δικαίου και ίσων ευκαιριών για να αποκρύψει τους συσχετισμούς που αναπαράγουν τις σχέσεις ανισότητας και τις συνθήκες εκμετάλλευσης με στόχο τη νομιμοποίηση της εξουσίας του; Οι ατομικές συμβάσεις εργασίας ιδιαίτερα μέσα σε πλαίσια «ευέλικτων» νομικών διατάξεων και συνθηκών δομικής ανεργίας δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να αφήνουν τον εργαζόμενο έρμαιο στις επιδιώξεις των εργοδοτών, καθώς αυτοί εκμεταλλεύονται την ανάγκη του για επιβίωση.

Το να υποθέτει το πολιτικό σύστημα την ισότητα εργαζομένων και εργοδοτών, και τη ρύθμιση των σχέσεών τους με τον «πιο δίκαιο και ισόνομο» τρόπο μέσα σε συνθήκες ελεύθερης αγοράς αποτελεί τουλάχιστον εξαπάτηση των εργαζομένων με μόνο ωφελούμενο το κεφάλαιο. Η αποποίηση κάθε ευθύνης και κοινωνικού ρόλου από τη μεριά του κράτους αφήνει το άτομο απροστάτευτο μέσα σε συνθήκες εκμετάλλευσης κι εκβιασμού. Κάθε αποτυχία διαπραγμάτευσης βαραίνει ιδεολογικά αλλά και πρακτικά τον εργαζόμενο, καθώς η οικονομική κρίση και η ανεργία βρίσκονται έξω από την πόρτα. Ακούγεται αστείο στα αυτιά όσων έχουν ζήσει την αγορά εργασίας, η προτροπή του νομοθέτη προς τον εργαζόμενο να «μην διστάζει να διώκει νομικά» τον εργοδότη που του ασκεί πίεση να εργαστεί παραπάνω από το οκτάωρο μέσα στα πλαίσια του «ευέλικτου» νόμου. Ένα τέτοιο επιχείρημα προτάσσει για άλλη μια φορά την ύπαρξη μιας τυφλής δικαιοσύνης και ενός αδιάφθορου κράτους δικαίου που ουδεμία σχέση έχει με τα συμφέροντα του κεφαλαίου, τα οποία όμως ποτέ δεν παραλείπει να συντηρεί μέσα από την ιδεολογία της «ατομικής ευθύνης», την ιδεολογία της πλήρους απορρύθμισης και κατάργησης κάθε συλλογικής οργάνωσης της κοινωνίας.

Μέσα σε αυτήν τη συζήτηση περί ευθύνης οφείλουμε όμως να αναρωτηθούμε. Καθώς η σιδηρά κυρία του νεοφιλελευθερισμού, Θάτσερ, συναντιέται με τις νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις του 2021, η «ατομική ευθύνη» προτάσσεται ως μια λύση χωρίς εναλλακτική.

Υπό αυτούς τους όρους, μήπως τελικά η μόνη ευθύνη που έχουμε όλοι μας για το μέλλον της κοινωνίας είναι να αποδώσουμε τελικά αυτήν την ευθύνη σε εκείνους που τόσο πολύ προσπαθούν να την αποποιηθούν;

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here