Είχαμε πρόσφατα τη χαρά να συνομιλήσουμε και πάλι με τον Σάββα Στρούμπο, ηθοποιό και σκηνοθέτη της θεατρικής ομάδας «Σημείο Μηδέν»*, με αφορμή τη σύσταση και συμμετοχή στις εκλογές του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών μιας νέας παράταξης της «Συνέλευσης Αγωνιζόμενων Ηθοποιών», της οποίας είναι μέλος, την κατάκτηση μιας θέσης στο νέο ΔΣ, καθώς και την ανάληψη από τη μεριά της μιας σειράς πρωτοβουλιών με κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα. Παραθέτουμε εδώ τις σκέψεις και τις αγωνίες που μοιράστηκε μαζί μας για την τέχνη, τη δημιουργία, την παιδεία, την κοινωνία, τη ζωή.
Ο Σελιδοδείκτης παρακολουθεί και έχει παρουσιάσει και στο παρελθόν τη δουλειά του Σάββα Στρούμπου και της ομάδας «Σημείο Μηδέν», και έχει διοργανώσει ομαδικές παρακολουθήσεις παραστάσεών τους. Στο τελευταίο τεύχος (9) του Σελιδοδείκτη μπορείτε να διαβάσετε το εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο του Σάββα Στρούμπου με τίτλο: «Ναι, η ζωή υποθέτω, δεν υπάρχει άλλη λέξη» (Σκέψεις για το θέατρο, τη ζωή, την Ανθρωπινότητα). Η θεατρική ομάδα «Σημείο Μηδέν» βρίσκεται αυτό το διάστημα σε περιοδεία με τις παραστάσεις «Αντιγόνη» του Σοφοκλή και «Ευτυχισμένες μέρες» του Σάμιουελ Μπέκετ, σε σκηνοθεσία του Σάββα Στρούμπου.
*δείτε το πρόγραμμα της περιοδείας της θεατρικής ομάδας «Σημείο Μηδέν» στο τέλος της ανάρτησης
Λ.Φ: Συμμετείχατε πρόσφατα στις εκλογές του ΣΕΗ με μια εντελώς νέα παράταξη, η οποία μάλιστα κατόρθωσε να κερδίσει μία θέση στο ΔΣ του σωματείου. Θέλεις να μας μιλήσεις λίγο για το πότε και πώς δημιουργήθηκε η Συνέλευση Αγωνιζόμενων Ηθοποιών, τι πρεσβεύει και σε τι διαφέρει από τις ήδη υπάρχουσες παρατάξεις και που πιθανόν έκανε τη διαφορά και πετύχατε αυτήν τη νίκη;
Σ.Σ: Πριν από 2,5 περίπου μήνες δέχθηκα μια πρόσκληση από την ηθοποιό της Ομάδας «Σημείο Μηδέν» Ρόζυ Μονάκη να λάβω μέρος σε μια συνέλευση που θα γινόταν στον χώρο των Aναιρέσεων, στην Ιπποκράτους και στην οποία θα μαζεύονταν κυρίως ηθοποιοί για να συζητήσουμε για θέματα που απασχολούν τον χώρο του θεάτρου, σχετικά με την κατάσταση της πανδημίας και των δυσκολιών που βιώνουμε όλοι, όλος ο κλάδος του θεάτρου και όλοι οι κλάδοι των τεχνών. Στην πρωτοβουλία αυτή συμμετείχε και ο Γιώργος Ζιόβας, ο οποίος είναι πολλά χρόνια ηθοποιός, και ανταποκρίθηκα κι εγώ.
Εκείνο που είχε πάρα πολύ μεγάλη σημασία για μένα, από την πρώτη στιγμή, είναι ότι η Συνέλευση ξεκίνησε να λειτουργεί με χαρακτηριστικά συνέλευσης. Δηλαδή όλοι όσοι συμμετείχαν από την πρώτη στιγμή μπορούσαν να εκφράσουν την άποψή τους. Οι άνθρωποι που εκπροσωπούμε πολιτικούς φορείς (το ΝΑΡ και το ΕΕΚ) από την πρώτη στιγμή ανοίξαμε τις πολιτικές μας ταυτότητες, κάτι που έγινε απολύτως αποδεκτό, χωρίς να υπάρχει αυτό που κυριαρχεί στις μέρες μας, το α-κομμάτιστο, το α-πολίτικο, το «έξω τα κόμματα», το «δεν θέλουμε να έχουμε πολιτικό πρόσημο» και τα λοιπά. Για μένα αυτό είναι πολύ σημαντικό. Είναι μια δημοκρατική κατάκτηση όταν η κομματική ταυτότητα είναι ανοιχτή, ιδιαίτερα μέσα σε μια συνέλευση, σε έναν χώρο δηλαδή που θέλει να συσπειρώσει ανθρώπους από διαφορετικές οργανώσεις, πτέρυγες της ίδιας της κοινωνίας, αλλά και του χώρου των τεχνών. Είναι λοιπόν σημαντικό να γνωρίζεις ποιον έχεις απέναντί σου, αν θα καπελώσει ή όχι, ποιες αρχές πρεσβεύει, από ποια οργάνωση έρχεται, από ποια παράδοση έρχεται, ποιες είναι οι πολιτικές του πεποιθήσεις κι έτσι μπορεί να γίνεται ένας γόνιμος ανοιχτός διάλογος, να τεθούν ζητήματα και να μπορέσει το πράγμα να προχωρήσει παραπέρα. Όταν όλα είναι θολά, υπόγεια και σκοτεινά -κι αυτό είναι κάτι που το έχουμε βιώσει στο παρελθόν, εκεί δεν μπορεί να αναπτυχθεί ένας ουσιαστικός, πολιτικός, καλλιτεχνικός διάλογος γιατί πάντα κάτι υποκρύπτεται. Αυτό για μένα είναι μια ιδιαιτέρως υγιής και σημαντική κατάκτηση που υπάρχει στη Συνέλευση των Αγωνιζόμενων Ηθοποιών.
Ένα δεύτερο σημαντικό στοιχείο είναι πως όλοι νιώθουν την συνέλευση ως έναν δικό τους χώρο όπου μπορούν να εκφραστούν, να επικοινωνήσουν, να βρουν έναν φορέα στον οποίο θα απευθυνθούν όταν θα βιώσουν την εκμετάλλευση στις συνθήκες δουλειάς τους, ή καταπιεστικές συμπεριφορές, σεξιστικές συμπεριφορές, εργοδοτική αυθαιρεσία, απλήρωτες δουλειές, πράγματα τα οποία, στον χώρο του θεάτρου, συμβαίνουν πολύ συχνά.
Επίσης, ένα άλλο πολύ σημαντικό πράγμα είναι ότι, ενώ οι εργασιακές διεκδικήσεις και τα εργασιακά ζητήματα του κλάδου είναι το θεμέλιο, το επίκεντρο, εμείς λέμε ότι πρέπει να διεκδικήσουμε τη συλλογική σύμβαση εργασίας, όχι μόνο για χάρη των συνδικαλιστικών διεκδικήσεων, αλλά γιατί πιστεύουμε πως είναι η βάση πάνω στην οποία μπορούμε να συζητήσουμε, να σκεφτούμε και να αρχίσουμε να δρούμε προς την κατεύθυνση του ηθοποιού ως δημιουργού. Του ηθοποιού, όχι ως εκτελεστικού οργάνου, ως ενός ανθρώπου άβουλου και φοβισμένου, που έχει υποστεί, έχει αφομοιώσει και λειτουργεί με όλες τις μορφές καταπίεσης μέσα στο σώμα του, μέσα στην ψυχή του, μέσα στο μυαλό του, αλλά ενός ανθρώπου που είναι δημιουργός των όρων της ζωής του, δημιουργός των όρων της κοινωνικής του ύπαρξης, είναι ένας καθολικός άνθρωπος, ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος, ένα εξεγερμένος άνθρωπος, που ανεβαίνει πάνω στη σκηνή και, ανεξαρτήτως των αισθητικών δεδομένων που έχει να αντιμετωπίσει, βρίσκεται στη σκηνή δουλεύοντας και συμβάλλοντας στην ατομική και συλλογική χειραφέτηση δημιουργών και ηθοποιών.
Από αυτήν την άποψη, όπως ήδη γίνεται εμφανές, στη Συνέλευση, με επίκεντρο τα εργασιακά και τις διεκδικήσεις, που είναι απαραίτητα για να μπορούν να υλοποιηθούν τα αιτήματά μας, τίθενται και ζητήματα καλλιτεχνικής φύσης, πνευματικής φύσης, τίθεται το ζήτημα του «τι τέχνη θέλουμε». Όχι με την αισθητική έννοια, αλλά ποιες συνθήκες πρόβας θέλουμε, ποιας μορφής σχέσεις θέλουμε να υπάρχουν μεταξύ των ηθοποιών, ή μεταξύ των ηθοποιών και του σκηνοθέτη, υπό ποιο πρίσμα μπορούμε πραγματικά να συνδεθούμε με έναν συγγραφέα, με ρεύματα της τέχνης που έχουν ήδη προηγηθεί, με την παράδοση, για ποιον σκοπό είμαστε πάνω στη σκηνή.
Ακόμη, με ποιον τρόπο μπορούμε να συνδεθούμε με την κοινωνία, με τα κοινωνικά κινήματα, με ποιον τρόπο μπορούμε να απευθυνθούμε στους ανθρώπους, στο θεατρόφιλο κοινό που ενδιαφέρεται να παρακολουθήσει τις παραστάσεις μας.
Μπορούμε, επίσης, να ανοίξουμε την αγωνία και τον προβληματισμό μας σε ευρύτερα ζητήματα της καλλιτεχνικής δημιουργίας, αλλά και την επιθυμία μας: τι τέχνη θέλουμε, τι παιδεία θέλουμε, κατά συνέπεια τι εργασιακές συνθήκες θέλουμε. Αυτά είναι θεμελιώδη ζητήματα και ιδιαίτερα σε έναν καλλιτεχνικό κλάδο όπως είναι οι ηθοποιοί.
Λ.Φ: Αναφέρεσαι συχνά στον ηθοποιό ως δημιουργό. Υπό ποιες προϋποθέσεις θεωρείς πως ένας ηθοποιός είναι δημιουργός; Η ύπαρξη της συλλογικής σύμβασης μπορεί από μόνη της να λύσει το ζήτημα της δημιουργίας;
Σ.Σ: Όπως σου έλεγα και πριν, δεν μπορούμε να βλέπουμε αποκομμένα το καλλιτεχνικό από το εργασιακό. Διαρκώς αλληλεπιδρούν, αλληλοδιαπλέκονται και, επί της ουσίας, η συλλογική σύμβαση, το να μπορεί δηλαδή ένας ηθοποιός να ζει αξιοπρεπώς από την τέχνη του που είναι το επάγγελμά του, και να βιώνει την τέχνη του ως το επάγγελμά του, του δίνει τη δυνατότητα να είναι βαθύτατα δημιουργικός, να απελευθερώσει τη δημιουργικότητά του, να συνδεθεί με τη διαδικασία δημιουργίας μιας παράστασης, σαν να βγαίνει η παράσταση από το ίδιο του το είναι, να την υπερασπιστεί με το κάθε του κύτταρο και να σφύζει από ενέργεια και δημιουργικότητα. Από αυτήν την άποψη, ένας ηθοποιός είναι δημιουργός.
Ωστόσο, πρέπει να πω εδώ ότι η τάση που υπάρχει τα τελευταία χρόνια στον χώρο του πολιτισμού είναι μια τάση συγκεντροποίησης της πολιτιστικής ζωής της Ελλάδας σε ιδρύματα και σε μεγαλοπαραγωγούς. Εκεί μπορεί, πράγματι, να καλύπτονται τα ζητήματα του μισθού ή των ενσήμων, ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις, οι ηθοποιοί και οι δημιουργοί γενικότερα, βρίσκονται αποκομμένοι, αποξενωμένοι από την ίδια την δημιουργική διαδικασία, αλλά και από το αποτέλεσμα μιας παράστασης.
Επίσης μπορούμε να φανταστούμε ότι στον βαθμό που η πολιτιστική ζωή της χώρας συγκεντρώνεται στα χέρια ιδρυμάτων και μεγαλοπαραγωγών, η αισθητική της κάθε παράστασης, του κάθε έργου τέχνης, αυτό που διακυβεύεται στο κάθε έργο τέχνης, θα είναι διαστάσεις της κυρίαρχης ιδεολογίας, της κυρίαρχης ηθικής και κατά συνέπεια και της κυρίαρχης αισθητικής. Και η τέχνη τι ρόλο εξυπηρετεί υπό αυτήν την έννοια; Το πώς το κυρίαρχο φαντασιακό, – το φαντασιακό του καπιταλισμού, όπου τα πάντα μετρούν με όρους οικονομικούς και χρηματοπιστωτικούς, – μπαίνει μέσα στο σώμα μας. Ο καπιταλισμός μπαίνει και βυσσοδομεί μέσα στο σώμα μας. Αυτό είναι κάτι που χρειάζεται να μας προβληματίσει ιδιαίτερα ως δημιουργούς.
Ένα κεντρικό ζήτημα είναι οι εργασιακές συνθήκες να διασφαλίζουν ότι ζούμε από τη δουλειά μας που είναι και η τέχνη μας. Την ίδια όμως στιγμή να θέσουμε στο προσκήνιο τα ερωτήματα: γιατί κάνουμε θέατρο, τι θέατρο θέλουμε, με ποιον τρόπο θέλουμε να επικοινωνήσουμε αυτές τις αγωνίες που έχουμε μέσα μας ως άνθρωποι στον σύγχρονο κόσμο;
Λ.Φ: Κατά τη διάρκεια της πανδημίας τα καλλιτεχνικά επαγγέλματα υπέστησαν ένα ισχυρό πλήγμα, λόγω των ειδικών συνθηκών που επιβλήθηκαν με την καραντίνα. Σε ποιο βαθμό θεωρείς ότι η πανδημία θα επηρεάσει την καλλιτεχνική δημιουργία;
Σ.Σ: Η κρίση δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της πανδημίας. Δεν είναι δηλαδή ότι δουλεύαμε πριν την πανδημία, πατήσαμε ένα στοπ στις δραστηριότητές μας με την καραντίνα και τώρα περιμένουμε να πατήσουμε το πλέι και δεν έχει αλλάξει τίποτα. Δεν είναι έτσι. Αυτή η αλληλεπίδραση του καπιταλιστικής κρίσης από τη μία, που την έχουμε βιώσει στο πετσί μας όλες και όλοι, και της πανδημίας από την άλλη, θέτουν ζητήματα φοβερά και για μένα είναι μια τομή στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού.
Ποια θα είναι ανθρώπινη εικόνα από το παρόν προς το μέλλον; Η εικόνα ενός ανθρώπου που βρίσκεται δεμένος στα δεσμά της ιατρικοποίησης; Η ιατρικοποίηση της ζωής; Ενός ανθρώπου που η ζωή του είναι κυρίως ηλεκτρονική, διαδικτυακή; Ένας άνθρωπος ο οποίος θα είναι πλήρως αποκομμένος από τη φύση, από την επιθυμία, από το σώμα του, από τον άλλον άνθρωπο, από τα συναισθήματά του, από τη φαντασία του και όλο το θέμα θα είναι η «υγεία» η «ασφάλεια» και η διαδικτυακή ζωή;
Αν αυτά τα ερωτήματα δεν ανοίξουν, δεν εκφραστούν, τότε πολύ απλά, όσο περνούν τα χρόνια, γιατί απ’ όσο τουλάχιστον φαίνεται η πανδημία θα μείνει στη ζωή μας για καιρό, τότε ως καλλιτέχνες, θα περιοριστούμε στο να εξυπηρετούμε ένα κυρίαρχο φαντασιακό, κι αυτό θα ‘ναι όλο. Θα γίνουμε κι εμείς οι ίδιοι εκτελεστικά όργανα, γρανάζια μιας μηχανής. Όμως ο καλλιτέχνης, από τη φύση του, είναι ένας εξεγερμένος άνθρωπος.
Σκεφτόμουνα αυτές τις μέρες μες την καραντίνα, ότι αν άφηνα τα πάντα κι έψαχνα να βρω γιατί κάνω θέατρο, γιατί θέλω να εκφραστώ μέσα από το θέατρο, θα σου έλεγα ότι είναι μια αγωνία που με κατατρώει και με κατατρέχει, που είναι πολύμορφη αλλά είναι μια αγωνία την οποία έχω την ανάγκη να την εκφράσω και να την επικοινωνήσω, και που στο επίκεντρό της είναι η ανθρώπινη κατάσταση. Κοινωνικά, πολιτικά, υπαρξιακά, ψυχικά, πνευματικά συναισθηματικά, σωματικά, οντολογικά. Αυτή η αγωνία είναι που καθιστά τον καλλιτέχνη εξεγερμένο άνθρωπο, και το έργο τέχνης ένα ζωντανό έργο, το οποίο έχει τη δυνατότητα να ανοίξει αυτόν τον ορίζοντα της χειραφέτησης. Δεν μπορεί το έργο τέχνης να ασφυκτιά στα στεγανά τα αισθητικά, τα ηθικά τα οικονομικά, ως ένα εμπορικό προϊόν προς αγορά και πώληση, όπου το κέρδος είναι στον πυρήνα και δεν υπάρχει τίποτε άλλο.
Λέγοντας όλα αυτά σκέφτομαι το εξής: ακούμε από επιστήμονες να μιλάνε για την πανδημία των πανδημιών, από τα μέσα του 20ου αιώνα και μετά, το οποίο είναι φοβερό. Μια σειρά από ασθένειες όπως άλλοι κορονοϊοί, η γρίπη των πτηνών, η γρίπη των χοίρων, το aids, κλπ γεννιούνται από την καταστροφή του περιβάλλοντος. Από τον τρόπο με τον οποίον ο άνθρωπος παρεμβαίνει στη φύση. Εδώ, δηλαδή, δεν έχουμε έναν δημιουργικό μεταβολισμό της φύσης από τον άνθρωπο. Εδώ έχουμε μια κατάσταση όπου ο άνθρωπος παρεμβαίνει στη φύση για να την ελέγξει και να τη φέρει στα μέτρα του, καταστρέφοντάς την. Αυτό είναι τρομερό. Ο άνθρωπος δεν συνομιλεί με την φύση, δεν συνυπάρχει αρμονικά μαζί της, γιατί και η φύση στην καπιταλιστική λογική γίνεται εμπόρευμα.
Αντίθετα, σε αυτήν την άλλη κοινωνία που οραματιζόμαστε, την κοινωνία της χειραφέτησης, της αξιοπρέπειας, της αλληλεγγύης, αυτό που ονομάζουμε σοσιαλιστική κοινωνία, κομμουνιστική κοινωνία, εκεί βρίσκεται και ο δημιουργικός μεταβολισμός ανθρώπου και φύσης. Αυτή η αλληλεπίδραση, είναι κάτι άλλο. Αν αυτά τα πράγματα, δεν αρχίζουν να τίθενται στο έργο τέχνης, η σχέση του ανθρώπου με τον ίδιο του τον εαυτό, με τον άλλον άνθρωπο, με το σώμα, την επιθυμία και τα συναισθήματα, αν δεν ξαναδούμε ποιος είναι ο φυσικός άνθρωπος, τότε πηγαίνουμε προς μια αντίληψη της πραγμοποίησης, της μηχανοποίησης του ανθρώπου η οποία είναι, αν μη τι άλλο, τρομαχτική.
Οπότε, για μένα, η τέχνη, – χωρίς να μιλάμε με όρους στρατευμένης τέχνης γιατί η έννοια της στρατευμένης τέχνης στον 20αιώνα δημιούργησε κάποια άλλα ασφυκτικά δεδομένα μέσα στο έργο τέχνης, – αν είναι στρατευμένη είναι στρατευμένη στην υπόθεση της ζωής, όχι στις κομματικές ντιρεκτίβες. Μιλώντας για αυτήν την χειραφετητική τέχνη που είναι στρατευμένη στην υπόθεση της ζωής, του ανθρώπου, που στο επίκεντρό της είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, για μένα αυτή είναι η «άρτε πόβερα», η «φτωχή τέχνη», η τέχνη δηλαδή η οποία αρνείται ή τουλάχιστον στέκεται κριτικά απέναντι σ’ αυτόν τον ορυμαγδό τεχνικών και τεχνολογικών μέσων και προτάσσει ως κέντρο της τον άνθρωπο. Γιατί κατά τα άλλα, έχει φτωχά μέσα, απλά μέσα, που εξυπηρετούν την δυνατότητα ο άνθρωπος, ο ζωντανός άνθρωπος, να είναι στο επίκεντρο.
Λ.Φ: Πώς βλέπεις την απόφαση του Υπουργείου Παιδείας να εξοβελίσει, μεταξύ άλλων ανθρωπιστικών αντικειμένων, τα καλλιτεχνικά μαθήματα από τα σχολεία;
Σ.Σ: Το ζήτημα του «τι παιδεία θέλουμε» είναι επίσης ένα από τα ζητήματα που τίθενται στην Συνέλευση. Θα ξεκινήσω από την θεατρική παιδεία και την έννοια της θεατρικής παιδείας και για το γεγονός ότι αφαιρούνται από τα σχολεία τα καλλιτεχνικά μαθήματα γιατί είναι κάτι που νιώθω πως με αφορά προσωπικά. Εγώ έγινα καλλιτέχνης διότι στο σχολείο μου διδάχθηκα καλλιτεχνικά μαθήματα. Στο πνεύμα των σκέψεων που μοιράστηκα τώρα μαζί σου, να πω πως η θεατρική παιδεία δεν είναι δυνατόν να δημιουργεί ή να παράγει ανθρώπους που είναι αναλώσιμα υλικά στη βιομηχανία του θεάματος. Φοβισμένους ανθρώπους, παθητικούς ανθρώπους, άβουλους ανθρώπους. Που θα πάνε με την υποτακτικότητα και την παθητικότητα απλώς και μόνο να ενταχθούν στη βιομηχανία του θεάματος. Η παιδεία η θεατρική πρέπει να είναι χειραφετητική, να δημιουργεί ολοκληρωμένους ανθρώπους, με πεποίθηση, που να βγαίνουν πάνω στην σκηνή και ουσιαστικά να γνωρίζουν τον πυρήνα του λόγου για τον οποίο είναι πάνω την σκηνή. Πώς δηλαδή μπορούν να επικοινωνήσουν αυτόν τον αστερισμό ανθρώπινων επιθυμιών, ανθρώπινων παθών, αγωνίας, προσδοκίας, πάθους. Αυτός είναι ο ωκεανός της ανθρώπινης κατάστασης. Και αυτός είναι ο χειραφετητικός ορίζοντας.
Βλέπεις έχουμε το παράδειγμα του ηθοποιού της αρχαίας τραγωδίας. Ο οποίος κοιτάει μέσα, μελετά το βάθος, τον πυρήνα της ανθρώπινης δομής και την ίδια στιγμή απευθύνεται στην πόλη. Και θέτει τα ζητήματα της πολιτικής, συλλογικής και κατ’ επέκταση ατομικής και υπαρξιακής χειραφέτησης. Χειραφέτηση Πόλεως και Ατόμου. Κι είναι αυτό το αρχαϊκό τρίπτυχο που υπάρχει στην αρχαία τραγωδία: η φύση, η πόλις και ο άνθρωπος. Αυτό λοιπόν το τρίπτυχο πρέπει να καλλιεργηθεί ξανά. Η θεατρική παιδεία μπορεί να το κάνει και οφείλει να το κάνει. Οπότε η θεατρική παιδεία χρειάζεται να μπορέσει να δημιουργήσει ολοκληρωμένους ανθρώπους.
Μου φαίνεται αδιανόητο, με επιχείρημα ότι δεν έχουν ζήτηση, να φεύγουν τα καλλιτεχνικά μαθήματα από το σχολείο. Εγώ, για παράδειγμα, δεν είχα από την οικογένειά μου ερεθίσματα καλλιτεχνικής φύσης. Είχα όμως από την καθηγήτριά μου που μας έκανε καλλιτεχνικά από την 1η έως και την 3η γυμνασίου. Ξεκινήσαμε να μαθαίνουμε τα αισθητικά ρεύματα (εξπρεσσιονισμός, ιμπρεσσιονισμός, ρομαντισμός, φουτουρισμός, ντανταϊσμός, σουρεαλισμός κλπ), και αφού μαθαίναμε για το κάθε αισθητικό, εικαστικό ρεύμα έπειτα μας ζήταγε να ζωγραφίζουμε ανάλογα. Και προσπαθούσαμε να δούμε πώς εμείς οι ίδιοι, ως νέοι άνθρωποι, έφηβοι των 13-14 χρονών, μπορούμε να ζωγραφίσουμε και να εκφραστούμε μέσα από τα εκφραστικά υλικά του κάθε κινήματος. Αυτό με έβαλε ως νέο άνθρωπο, στον χώρο της τέχνης. Άρχισα να σκέφτομαι καλλιτεχνικά. Να αγωνιώ μέσα από τους όρους της τέχνης. Να προσπαθώ να εκφραστώ με αυτούς τους όρους. Επίσης, να πω πως θέατρο έκανα για πρώτη φορά στη ζωή μου στην θεατρική ομάδα του γυμνασίου.
Αν στερήσουμε από τους νέους ανθρώπους τα καλλιτεχνικά μαθήματα, οι άνθρωποι που θα δημιουργούμε μέσα στα σχολεία, θα είναι άνθρωποι εμπορεύματα, ανθρώπινοι κλώνοι του homο economicus. Σ’ αυτό το πράγμα πρέπει να αντισταθούμε. Αυτό δεν είναι ζήτημα μιας ιδεολογικής εμμονής. Υπάρχει ένα όραμα και αυτό το όραμα πιστεύω πως, ως καλλιτέχνες, ως δημιουργοί, ως ευαίσθητοι άνθρωποι, χρειάζεται να το επικοινωνήσουμε. Με τις παραστάσεις που κάνουμε, με τον δημόσιο λόγο μας, με τα έργα που γεννιούνται. Είναι το όραμα της ανθρώπινης χειραφέτησης, του ολοκληρωμένου ανθρώπου, του καθολικού ανθρώπου. Που έχει τη δυνατότητα να συνδεθεί με όλο το φάσμα του δημιουργικού δυναμικού που κρύβεται μέσα στον κάθε άνθρωπο. Αυτό είναι ο πυρήνας της ανθρωπινότητας. Αυτό εννοούμε όταν λέμε ότι θέλουμε ο ηθοποιός να είναι δημιουργός πάνω στη σκηνή. Να είναι δηλαδή αντανάκλαση του κοινωνικού ανθρώπου που τον θέλουμε να είναι δημιουργός των όρων της ζωής του, ως άτομο και ως συλλογικότητα ανθρώπων. Το σύνθημα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» θα μπορούσαμε σήμερα να το εκφράσουμε εκ νέου με τον όρο «επανάσταση ή καταστροφή της ζωής». Θα μπορούσα να πω «επανάσταση της ζωής ή καταστροφή της ζωής». Από αυτήν την άποψη επαναλαμβάνω πως βρισκόμαστε σε μια τομή στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού. Και εκεί η εκπαίδευση, η παιδεία, η τέχνη, το θέατρο, οι δημιουργοί, οι διανοούμενοι, οι άνθρωποι του πνεύματος έχουμε σημαντικότατο ρόλο να παίξουμε. Και πραγματικά από αυτήν την διαδικασία δεν περισσεύει καμία και κανείς.
Λ.Φ: Ως Συνέλευση Αγωνιζόμενων Ηθοποιών έχετε αναλάβει κι άλλες πρωτοβουλίες που σας συνδέουν με την κοινωνία, αλλά και με τους αποκλεισμένους από αυτήν. Αναφέρομαι στην έκφραση αλληλεγγύης που επιδείξατε με τις εξώστρεφες δράσεις σας στην πλατεία Εξαρχείων που απευθύνονταν στους πρόσφυγες. Πώς σχολιάζετε τον νέο νόμο για το προσφυγικό που εκδιώκει τους πρόσφυγες από τις δομές φιλοξενίας, ένα μήνα μετά την απόφαση να τους δοθεί άσυλο;
Σ.Σ: Ζούμε σε μια περίοδο όπως ανέφερα πριν που αποτελεί τομή στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού. Όταν ένας άνθρωπος μπαίνει σε έναν χώρο πρόβας να δουλέψει με τους συνεργάτες του, δεν μπορεί να μην φέρει ως αίσθηση, ως επίγνωση το τι συντελείται στις θάλασσες του Αιγαίου. Η εικόνα των ανθρώπων, που είναι μια πραγματικότητα δεν είναι μια φαντασία, που, για να προστατεύσουν τα παιδιά τους και τους εαυτούς τους από τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους που γεννάνε οι μεγάλες δυνάμεις του κεφαλαίου και οι λυκοσυμμαχίες του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, των ΗΠΑ, θαλασσοπνίγονται στο Αιγαίο, δεν μπορεί να μην επιδρά στον ψυχισμό μας, στα συναισθήματά μας, στο σώμα μας, στο μυαλό μας όταν πηγαίνουμε να δουλέψουμε στο θέατρο, να εκφράσουμε ένα έργο τέχνης. Δεν λέω ότι πρέπει περιγραφικά να έχουμε αυτή τη θεματολογία στα έργα μας, αλλά υπάρχει μια αγωνία, κάποιοι κραδασμοί αγωνίας για την ανθρώπινη κατάσταση.
Από αυτή την άποψη είναι συγκλονιστικό ότι αυτή τη στιγμή, οι πρόσφυγες με συνοπτικότατες διαδικασίες πετιούνται από τις δομές στις οποίες έμεναν, στοιβάζονται σαν υπάνθρωποι, χωρίς τα στοιχειώδη μέσα διαβίωσης, σε νέα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Και αναρωτιέμαι, ο 21ος αιώνας θα είναι ο αιώνας των στρατοπέδων συγκέντρωσης για τους πρόσφυγες και των διαδικτυακών στρατοπέδων συγκέντρωσης για τους ανθρώπους σκλάβους του διαδικτύου; Δηλαδή, οραματιζόμαστε έναν κόσμο ως στρατόπεδο συγκέντρωσης; Είναι μια διαδικασία, μία τάση στην οποία πρέπει να αντισταθούμε με όλο μας το είναι. Από αυτήν την άποψη, αλλά και από την πιο αυθόρμητη παρόρμηση για αλληλεγγύη σε ανθρώπους που αυτήν την στιγμή χάνουν τα πάντα χάριν ιμπεριαλιστικών πολέμων που δεν αναλογούν στην ζωή τους την ίδια, έχει τεράστια σημασία κάθε μορφής αλληλεγγύη που δίνεται αυτή τη στιγμή στους πρόσφυγες, από όλες τις πτέρυγες του κοινωνικού κινήματος.
Έτσι μετά τις εκλογές του σωματείου, ως Συνέλευση Αγωνιζόμενων Ηθοποιών περάσαμε στην πρώτη δημόσια δράση μας με την επανοικειοποίηση της πλατείας Εξαρχείων, από τους εμπόρους ναρκωτικών και την αστυνομία. Ξεκινήσαμε με συλλογική κουζίνα από τον Άλλον άνθρωπο, με θεατρικό παιχνίδι για προσφυγόπουλα και άλλα παιδάκια που ήρθαν εκεί πέρα, συνεχίσαμε με ανοιχτή συνέλευση-συζήτηση πάνω στο θέμα: «Τέχνη στον καιρό της πανδημίας», όπου τοποθετήθηκαν όχι μόνο καλλιτέχνες αλλά και άλλοι συμμετέχοντες και καταλήξαμε σε μια συναυλία αλληλεγγύης προς τους συντρόφους του επαναστατικού μουσικού συγκροτήματος grup yorum, μέλη του οποίου βρίσκονται σε απεργία πείνας μέχρι θανάτου στις τουρκικές φυλακές.
Αποσπάσματα της συνέντευξης μπορείτε να παρακολουθήσετε εδώ:
Η ΟΜΑΔΑ ΣΗΜΕΙΟ ΜΗΔΕΝ ΣΕ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΕΙΑ.