Εκτύπωση

του Στάθη Γκότση∗

Με ένα έγγραφο της Γενικής Διεύθυνσης Σπουδών Π/θμιας και Δ/θμιας Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας (Φ20.2/122823/Δ2/19-7-2017) ενημερώθηκαν οι Διευθύνσεις ΠΕ και ΔΕ όλης της χώρας και, δι’ αυτών, οι υπεύθυνοι  Πολιτιστικών Θεμάτων, οι υπεύθυνοι Σχολικών Δραστηριοτήτων και όλες οι σχολικές μονάδες της επικράτειας σχετικά με τη δυνατότητα συμμετοχής των σχολείων, για τέταρτη σχολική χρονιά, στην εκπαιδευτική δράση Υιοθεσία αρχαίων θεάτρων. Μαθητές ξεναγούν μαθητές στα αρχαία θέατρα, δράση η οποία προτείνεται από την «Κίνηση Πολιτών Διάζωμα», του πάλαι ποτέ υπουργού του ΠΑΣΟΚ Σταύρου Μπένου.

Μέχρι εδώ όλα μοιάζουν καλά καμωμένα, αφού καταγράφεται άλλη μια δυνατότητα εξωστρεφούς εκπαιδευτικής δράσης, η οποία συνδέει τη σχολική εκπαίδευση με στοιχεία της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου και δη τα αρχαία θέατρα, που προσφέρονται για πολλαπλές και διαθεματικές εκπαιδευτικές προσεγγίσεις, σε σύνδεση με την ιστορία, την τεχνολογία, τον θεατρικό λόγο και τη θεατρική έκφραση.

Σε τι ακριβώς όμως συνίσταται η πρόταση του Διαζώματος; Όπως προκύπτει από το έγγραφο του Υπ. Παιδείας, αλλά και τη σχετική ανάρτηση του Διαζώματος στον ιστότοπό του[1], αυτό που προτείνεται στους εκπαιδευτικούς είναι να επιλέξουν ένα αρχαίο θέατρο (ή ωδείο ή στάδιο), να έρθουν σε επαφή με την αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων, να σχεδιάσουν την εκπαιδευτική δράση αντλώντας σχετικό υλικό από τον εκπαιδευτικό φάκελο με τίτλο «Αρχαίο θέατρο στον κύκλο του χρόνου» που σχεδίασε το Τμήμα Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων και Επικοινωνίας της Διεύθυνσης Μουσείων του Υπουργείου Πολιτισμού, υλικό το οποίο έχει αποσταλεί στις κατά τόπους διευθύνσεις Π/θμιας και Δ/θμιας Εκπαίδευσης και έχει αναρτηθεί στον κόμβο ancienttheater.culture.gr, καθώς και από την ιστοσελίδα του Διαζώματος, και να οργανώσουν, στη συνέχεια, μαθητικές ξεναγήσεις στο χώρο, να στήσουν θεατρικά ή άλλα δρώμενα, να σχεδιάσουν με τους μαθητές σχετικό υλικό προβολής του μνημείου, έντυπο ή οπτικοακουστικό κ.ο.κ.

Και ποια είναι η συμβολή του Διαζώματος στο σχεδιασμό ή στην υλοποίηση των παραπάνω; Καμία! Ούτε επιστημονικής/αρχαιολογικής τεκμηρίωσης, ούτε εκπαιδευτικού σχεδιασμού ή μεθοδολογίας ούτε τεχνικής ή οικονομικής υποστήριξης… Όλη τη δουλειά την κάνει ο εκπαιδευτικός με τους μαθητές του, σε συνεργασία με τους αρχαιολόγους και το λοιπό επιστημονικό προσωπικό της οικείας Εφορείας Αρχαιοτήτων και αξιοποιώντας εκπαιδευτικό υλικό που έχει παραχθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού!

Άλλωστε, ακόμη και η ιδέα της «υιοθεσίας», που τώρα πλασάρεται από το Διάζωμα ως καινοτομία, πρωτοεμφανίστηκε στην ελληνική εκπαιδευτική και μουσειοπαιδαγωγική πραγματικότητα την περίοδο 1995-1997, με το πρόγραμμα Το Σχολείο υιοθετεί ένα Μνημείο, που είχε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, σκεπτικό και μεθοδολογία και υλοποιήθηκε πιλοτικά σε δέκα μνημεία και ισάριθμα σχολεία της Αθήνας, με τη συνεργασία των Υπουργείων Παιδείας και Πολιτισμού και συντονιστή το Ελληνικό Τμήμα του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων (ICOM)[2]. Έκτοτε, δεκάδες σχολεία έχουν προχωρήσει σε δράσεις με τη λογική της «υιοθεσίας» ενός μνημείου.

Ποιος είναι λοιπόν ο ρόλος της «Κίνησης Πολιτών Διάζωμα» στην όλη υπόθεση; Ο ρόλος του… μεσάζοντα: παίρνει μια έτοιμη, δοκιμασμένη και πετυχημένη ιδέα, αξιοποιεί το επιστημονικό και εκπαιδευτικό υλικό που έχει παραχθεί από τους αρμόδιους δημόσιους φορείς, εκμεταλλεύεται την ευαισθησία και το μεράκι εκπαιδευτικών και αρχαιολόγων και παρουσιάζει τη δουλειά και το παραγόμενο έργο ως δικά του!

Ακολουθεί, με άλλα λόγια, την πάγια τακτική του σε όλα τα θέματα αξιοποίησης και προβολής της πολιτιστικής κληρονομιάς με τα οποία εμπλέκεται, καθώς αποτελεί κυρίως ένα όχημα παρέμβασης μιας ομάδα ιδιωτών στη διαχείριση των μνημείων και όχι έναν εκφραστή κοινωνικών αναγκών και ευαισθησιών, όπως διατείνεται. Όπως έχει καταγγελθεί, το Διάζωμα επιβάλλει ιεραρχήσεις και προτεραιότητες στο ποια μνημεία πρέπει να αποκατασταθούν ή να προβληθούν, όχι βάσει  επιστημονικών κριτηρίων ή δημοσίου συμφέροντος αλλά βάσει τοπικών, επικοινωνιακών ή πολιτικών επιδιώξεων[3]. Οικειοποιείται έργο των Εφορειών Αρχαιοτήτων, παρουσιάζοντάς το ως δικό του, ενώ παράλληλα τις κατηγορεί για το «τείχος» που δήθεν ορθώνουν μεταξύ μνημείων και κοινωνίας. Όπως φαίνεται, λειτουργεί κυρίως ως εκπρόσωπος συμφερόντων που αποβλέπουν στην άμεση ή έμμεση ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσα από τις συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα και την απόδοση της διαχείρισης των μνημείων στην τοπική αυτοδιοίκηση, μέσω αναπτυξιακών εταιριών με τη συμμετοχή της «τοπικής κοινωνίας», δηλαδή επιχειρηματικών-τουριστικών ομίλων.

Ασφαλώς, το ζήτημα της ζωντανής σχέσης των μνημείων με τις τοπικές κοινωνίες δεν περίμενε το Διάζωμα, για να τεθεί επί τάπητος. Το άνοιγμα των μουσείων και των αρχαιολογικών χώρων σε κάθε κοινωνική ομάδα, οι πολιτιστικές διαδρομές και οι ερμηνευτικές-εκπαιδευτικές δράσεις για μαθητικό (και όχι μόνο) κοινό, αποτελούν ένα έργο που επιτελεί αθόρυβα, όχι χωρίς δυσκολίες, η Αρχαιολογική Υπηρεσία ήδη από τη δεκαετία του 1990, με γνώμονα την επιστημονική αντιμετώπιση των μνημείων, την ιστορική μνήμη και την απόδοση των μνημείων στο κοινό όπου ανήκουν, με διαφάνεια στη διαχείριση των διαθέσιμων πόρων και με σταθερούς συνεργάτες τα δημόσια σχολεία, τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές, τους Έλληνες και ξένους επισκέπτες, τις τοπικές συλλογικότητες. Άλλωστε, για τα θέματα που προκύπτουν, σε πρακτικό, θεωρητικό, μεθοδολογικό και ιδεολογικό επίπεδο, από την πολύχρονη αυτή εμπειρία του ανοίγματος μουσείων και μνημείων στην εκπαιδευτική και ευρύτερη κοινότητα έχουν από καιρό κατατεθεί σκέψεις, προτάσεις και επεξεργασίες, που εξειδικεύουν και στην ελληνική περίπτωση τους σχετικούς προβληματισμούς που αναπτύσσονται διεθνώς[4].

Δεν είναι, βέβαια, διόλου τυχαίο ότι το Διάζωμα άνθισε την τελευταία οκταετία, την εποχή της κρίσης και των μνημονίων, όταν το πάγωμα των προσλήψεων και η υποχρηματοδότηση γονάτισαν, μεταξύ άλλων, και πολλές, κυρίως περιφερειακές, υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού, που απογυμνώθηκαν από το επιστημονικό προσωπικό τους, ενώ από τις μνημονιακές κυβερνήσεις και τους  πρόθυμους υποστηρικτές τους εξελισσόταν (και εξελίσσεται) μια διαρκής εκστρατεία συκοφάντησης του δημοσίου τομέα. Σε αυτό ακριβώς το έδαφος είναι που ευδοκιμούν κάθε λογής μικρές και μεγάλες ΜΚΟ, «κοινωφελή» σωματεία και ιδρύματα, όπως το Διάζωμα, το Ίδρυμα Νιάρχος, το Ίδρυμα Ωνάση κλπ., που απλώνουν ολοένα και περισσότερο τα πλοκάμια τους στον παρθένο χώρο της πολιτιστικής διαχείρισης, της εκπαίδευσης στον πολιτισμό ή της λεγόμενης «βιομηχανίας του ελεύθερου χρόνου».

Στην εποχή της νεοφιλελεύθερης επέλασης, που στην ελληνική περίπτωση επιτείνεται από την πολιτική των Μνημονίων, η κατεύθυνση αυτή, της εμπορευματοποίησης των μνημείων και της εμπλοκής ιδιωτών στην πολιτιστική διαχείριση, δεν ξαφνιάζει. Εγγράφεται, άλλωστε, στο πλαίσιο της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υλοποιείται μέσα από τις προτεραιότητες και τους άξονες των χρηματοδοτικών προγραμμάτων ΕΣΠΑ για τον πολιτισμό. Στην κατεύθυνση αυτή, οι ενδιαφερόμενοι ιδιώτες διευκολύνονται και από τις θεσμικές παρεμβάσεις της επίσημης πολιτείας, που απεκδύεται σταδιακά των ευθυνών της απέναντι στα δημόσια αγαθά, ανοίγοντας το δρόμο στην επιβολή των αγοραίων αντιλήψεων. Πώς αλλιώς μπορεί να γίνει κατανοητή λ.χ. η πολιτική επιλογή της κατάργησης των Τμημάτων Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων από τις Εφορείες Αρχαιοτήτων και τα μεγάλα δημόσια μουσεία στον Οργανισμό συρρίκνωσης που επιβλήθηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού το 2014, αν όχι ως σαφής πρόθεση να δοθούν οι αντίστοιχες αρμοδιότητες κάπου αλλού;

Κάπως έτσι φτάσαμε το Διάζωμα να διαφημίζει τις δουλειές «του», μέσω εγγράφων του Υπουργείου Παιδείας, να διοργανώνει σχολικές εκδρομές Γυμνασίων και Λυκείων στα αρχαία θέατρα της Ηπείρου με τη χορηγία γνωστής εταιρίας εμφιάλωσης νερού και αναψυκτικών[5], να εμφανίζεται ως συνδιοργανωτής, μαζί με την ΕΡΤ και τα Υπουργεία Παιδείας και Πολιτισμού, του μαθητικού διαγωνισμού βίντεο «Οι μαθητές μάς ξεναγούν στα αρχαία θέατρα». Στην τελευταία, μάλιστα, περίπτωση το Διάζωμα προχώρησε ένα βήμα παρακάτω: ενώ ήταν απολύτως σαφές στις σχετικές ανακοινώσεις πως «το σύνολο του οπτικοακουστικού υλικού θα αξιοποιηθεί από τηλεοπτικές εκπομπές και από την ιστοσελίδα της ΕΡΤ, δίνοντας την ευκαιρία σε όλες και όλους να απολαύσουν μια ξεχωριστή περιήγηση στον μοναδικό αυτό πολιτιστικό πλούτο, μέσα από τη φρέσκια ματιά των παιδιών όλης της χώρας»[6], ξαφνικά η δουλειά της Κινηματογραφικής Ομάδας του 2ου Γυμνασίου Χανίων για το αρχαίο Θέατρο της Απτέρας, που πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία του προσωπικού της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χανιών και απέσπασε το δεύτερο βραβείο του διαγωνισμού, βρέθηκε να διεκδικείται από το Διάζωμα, προκειμένου να συμπεριληφθεί σε δική του παραγωγή που θα προβαλλόταν σε πτήσεις της αεροπορικής εταιρίας Aegean, στο πλαίσιο της δικής του εταιρικής σχέσης μαζί της[7]!

«Μ’ ένα σμπάρο πολλά τρυγόνια», λοιπόν, για το Διάζωμα! Κι ένα ακόμη: στο κάλεσμα του προς τους εκπαιδευτικούς, το Διάζωμα δε λησμονεί να προσθέσει πως οι συμμετέχοντες στην εκπαιδευτική δράση μαθητές μπορούν, αν θέλουν, να προσθέσουν και τον… οβολό τους στους κουμπαράδες που έχει ανοίξει για την αποκατάσταση και ανάδειξη των αρχαίων θεάτρων. Σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει, βέβαια, να ενημερωθεί αυτοπροσώπως ο πρόεδρος του Διαζώματος Στ. Μπένος, που προβαλλόμενος ως «μέγας οραματιστής και ευεργέτης», ευαγγελίζεται την «ανάπτυξη», την με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς, τη διασύνδεση των μνημείων με την επιχειρηματικότητα.

Προφανώς, οι εκπαιδευτικοί, όπως και οι εργαζόμενοι στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, δεν έχουν τίποτα να περιμένουν από το Διάζωμα ή από όποιον άλλο ενδιάμεσο. Μπορούν, όπως κάνουν εδώ και χρόνια, σε πείσμα των ανασχετικών παραγόντων και των ασκούμενων πολιτικών, να συναντηθούν, χωρίς μεσάζοντες, σε μια κοινωνικά και μορφωτικά χρήσιμη και δημιουργική διαδικασία ψηλάφησης του παρελθόντος, μέσα από τη γνωριμία με τα υλικά ίχνη που άφησαν οι παλαιότεροι στο πέρασμά τους. Και να υιοθετήσουν, να κατανοήσουν, να ερμηνεύσουν, μαζί με τους μαθητές, και αρχαία θέατρα και κάστρα και μοναστήρια και προϊστορικούς οικισμούς και οθωμανικά μνημεία και βιομηχανικές εγκαταστάσεις και ιστορικές γειτονιές… Για να διευρύνουν τις προϋποθέσεις κατανόησης του παρόντος και να σχεδιάσουν με περισσότερα εφόδια το μέλλον.        

  1. http://www.diazoma.gr/deltia-typou/η-εκπαιδευτική-δράση-υιοθεσία-αρχαί/
  2. Βλ. ενδεικτικά Τσιτούρη, Α. «Το Σχολείο υιοθέτει ένα Μνημείο», στο Μουσείο-Σχολείο, 5ο Περιφερειακό Σεμινάριο Καλαμάτας (4-6 Απριλίου 1997), ΥΠΕΠΘ, ΥΠΠΟ, Ελληνικό Τμήμα Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων (ICOM), 1997, σ. 22-24. Για μια αναλυτικότερη παρουσίαση μίας από τις δέκα πιλοτικές εφαρμογές βλ. Γκότσης, Σ. και Τσιτούρη, Α. «Προσεγγίζοντας εκπαιδευτικά ένα βιομηχανικό μνημείο: το παράδειγμα του εργοστασίου φωταερίου της Αθήνας (Γκάζι)», στο Ν. Νικονάνου & Κ. Κασβίκης (επιμ.) Εκπαιδευτικά ταξίδια στο χρόνο, Αθήνα, Πατάκης, 2008, σ. 260-284.
  1.  Βλ. σχετικά το ομόφωνο ψήφισμα-καταγγελία της Γενικής Συνέλευσης του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων στις 27/3/2017 http://www.sea.org.gr/details.php?id=626, καθώς και τις αποκαλύψεις της Ενωτικής Αγωνιστικής Κίνησης εργαζομένων στο ΥΠΠΟ ΔΙΑΖΩΜΑ: κρυφές και φανερές διαδρομές για την ιδιωτικοποίηση του πολιτισμού

https://eakyppo.wordpress.com/2017/03/15/διαζωμα-κρυφές-και-φανερές-διαδρομές/ και Ο «αναγκαίος» κ. Μπένος και το ΔΙΑΖΩΜΑ. Μια οφειλόμενη απάντηση και μερικά νέα ερωτήματα https://eakyppo.wordpress.com//2017/04/11/ο-αναγκαίος-κ-μπένος-και-το-διαζωμα/

  1. Βλ. ενδεικτικά Αλεξίου, Θ. και Τσιτούρη, Α. «Μουσείο, Μνημείο και Κοινό: Προσέγγιση και Ερμηνεία» στο Το μέλλον του παρελθόντος μας: Ανιχνεύοντας τις προοπτικές της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και της Ελληνικής Αρχαιολογίας, Πρακτικά 4ου Συνεδρίου Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων (Αθήνα 24-26/11/2000), Αθήνα 2002, σ. 177-180. Γκότσης, Σ., Λέκκα, Α. και Σακαλή, Ό. «Υλικός Πολιτισμός, τοπικές κοινωνίες και ερμηνευτικές δράσεις» στο Το μέλλον του παρελθόντος μας… ό.π., σ. 298-304. Γκότσης, Σ. «Μουσειακές ερμηνευτικές δράσεις: επιχειρώντας κάποιες οριοθετήσεις» στο Μπ. Βέμη & Ει. Νάκου (επιμ.) Μουσεία και εκπαίδευση, Αθήνα, Νήσος, 2010, σ. 139-148. Τσιτούρη, Α. «Τάσεις και μορφές εκπαιδευτικών δράσεων στον ελληνικό μουσειακό χάρτη» στο Μπ. Βέμη & Ει. Νάκου (επιμ.) ό.π., σ. 149-158. Γκότσης, Σ. και Βοσνίδης, Π. «Μουσειακές εκπαιδευτικές δράσεις για όλους: από τη θεωρία στην πράξη», ILISSIA 7-8, 2011, σ. 62-71. Σακαλή, Ό. «Μουσείο και κοινό: επαναπροσδιορίζοντας τη μουσειακή μαθησιακή εμπειρία», στο Ν. Παπαδημητρίου & Ά. Αναγνωστόπουλος (επιμ.) Το παρελθόν στο παρόν. Μνήμη, ιστορία και αρχαιότητα στη σύγχρονη Ελλάδα, Αθήνα, Καστανιώτης, 2017, σ. 263-277.
  2. https://typos-i.gr/article/sxolikes-ekdromes-me-xorhgo
  3. http://newmedia.ert.gr/
  4. http://www.athina984.gr/2017/02/17/vravevmeno-mathitiko-ntokimanter-tha-provallete-se-ptisis-tis-aegean/

∗Ο Στάθης Γκότσης είναι μέλος του ΔΣ του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, εκπρόσωπος των Παρεμβάσεων στην ΕΕ της ΑΔΕΔΥ.

Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύθηκε στο 3ο τεύχος του Σελιδοδείκτη, Χειμώνας 2018.

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Μπραβο Σταθη,
    τα εγραψες, οπως ειναι.
    Οικειοποιουνται σε μεγαλο βαθμο τη δουλεια των συναδελφων στις Εφορειες Αρχαιοτητων!
    Δυστυχως το προβλημα εντοπιζεται στους Προϊσταμενους, που “υπο πιεσεις”, διευκολυνουν το ΔΙΑΖΩΜΑ.
    Κι οταν καποιος δεν το κανει, ειναι μετα δακτυλοδειχτουμενος….., περιεργος, αντιδραστικος κλπ…..!
    Κι οταν δεν τους δινεις “βημα”, σου κοβουν και την καλημερα….
    Βεβαια δεν θα τα βαψουμε και μαυρα, επειδη δεν μας χαιρετανε ή επειδη δεν μας συμπαθουν…!
    Μακαρι να υπαρχουν κι αλλοι που αντιδρουν σε αυτο το καπελωμα, για να σεβεται λιγο παραπανω τη δουλεια μας ο κυριος αυτος!!!!

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here