Εκτύπωση

Γιώτα Ιωαννίδου, μέλος ΔΣ ΟΛΜΕ, εκπρόσωπος Παρεμβάσεων

Το πέρασμα των αντιδραστικών αλλαγών στην εκπαίδευση –και όχι μόνο-πάντα στηρίζεται στην κατεργασία της κοινής γνώμης από την άρχουσα ιδεολογία με κάποιες ιδέες, που τοποθετούνται με τέτοιο τρόπο στον κυρίαρχο λόγο ως να μην επιδέχονται καμιά αμφισβήτηση.

Ας δούμε κατ’ αρχήν κάποιες από αυτές και ας εξετάσουμε την εγκυρότητά τους.

Οι δεξιότητες, η κατάρτιση και η μαθητεία αυξάνουν τις προοπτικές εργασίας και χτυπούν την ανεργία, υποστηρίζουν τα κείμενα της ΕΕ, του ΟΟΣΑ και της κυβέρνησης. Είναι όμως έτσι; Από τη Λευκή Βίβλο ακόμη το 1980 η ΕΕ υποσχόταν 1,5 εκατ. νέες θέσεις εργασίας εισάγοντας την «ανταγωνιστική κοινωνία της γνώσης», δηλαδή τη στενότερη σύνδεσή της με την αγορά και τις ανάγκες των επιχειρήσεων. Όταν η ανεργία εκτοξεύτηκε στα ύψη και η καπιταλιστική κρίση οξύνθηκε, η ΕΕ «επανεξέτασε» την αποτυχία της στρατηγικής της ενισχύοντας την ίδια κατεύθυνση(!) πιο ωμά. Κεντρική ιδέα των νέων μανιφέστων της, «Ευρώπη 2020» και «Ανασχεδιασμός της εκπαίδευσης» τέθηκε η εξής: «για να μαθαίνουν οι νέοι ότι θέλουν και όπως το θέλουν οι επιχειρήσεις πρέπει να το μαθαίνουν μέσα στις επιχειρήσεις». Το νέο ΕΣΠΑ 2014 – 2020, ακολουθώντας αυτή την κατεύθυνση, για πρώτη φορά ενοποιεί το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα για την εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση με αυτό της διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού και μιλά για το σύνολο της εκπαίδευσης, με κέντρο βάρους τις νέες μορφές, καταχρηστικά, ονομαζόμενων εργασιακών σχέσεων. Εισάγει δηλαδή την μαθητεία και την πρακτική άσκηση, ως μορφές ελαστικής εργασίας των αποφοίτων όλων των βαθμίδων, που θα τονώσουν την αγορά –μετά τη μείωση του κόστους εργασίας- και δίπλα στα κοινοφελή προγράμματα και τα voucher.

Όταν στην Ελλάδα, υπήρχαν και κάποιες άλλες μελέτες εκτός από τις ακριβοπληρωμένες εργαλειοθήκες του ΟΟΣΑ, της Διαμαντοπούλου, του Αρβανιτόπουλου και προσφάτως του Φίλη, έδιναν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η στροφή –πολλές φορές βίαια- των μαθητών από τα δεκαπέντε τους στην επιλογή επαγγέλματος για τη γρήγορη είσοδο στην αγορά εργασίας, κάθε άλλο παρά οδηγούν στην εξεύρεση κατάλληλης και ασφαλούς εργασίας. Κι αν αυτό δεν ισχύει πριν από την όξυνση της κρίσης, καταλαβαίνει κανείς ότι σήμερα στερείται επιχειρήματος.

Σύμφωνα με τα στοιχεία δύο ερευνών του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, το 1998 και το 2007-08 για τους αποφοίτους της τεχνικής εκπαίδευσης και την εργασιακή τους κατάσταση εννιά χρόνια μετά φαίνεται ότι το ποσοστό απασχολούμενων μετά την αποφοίτηση από την εκπαίδευση είναι της ίδιας τάξης σε τεχνικά και γενικά λύκεια. Ταυτόχρονα, όμως το ποσοστό των αποφοίτων τεχνικής εκπαίδευσης, που δουλεύουν στην ειδικότητά τους κυμαίνεται για την πλειοψηφία, από 11% έως 18%.

Η δεύτερη έρευνα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου αφορούσε τους αποφοίτους του Β΄ Κύκλου των ΤΕΕ και του Ενιαίου Λυκείου (ΕΛ) του έτους 2000-2001 ως προς την εργασιακή τους κατάσταση, 6½ χρόνια μετά την αποφοίτησή τους (φθινόπωρο 2007). Η τάση δε φαίνεται να αλλάζει.

Επιπλέον, η έρευνα αυτή μας δίνει κάποια χρήσιμα ποιοτικά στοιχεία. Στα 6½ αυτά χρόνια, οι απόφοιτοι της τεχνικής εκπαίδευσης άλλαξαν 3-4 εργασίες και έμειναν άνεργοι για το 40% του χρονικού αυτού διαστήματος (31 μήνες). Ανασφάλιστο δήλωνε το 8%, με προσωρινή απασχόληση εργαζόταν το 28,3% των μισθωτών και με μερική απασχόληση το 13,2%. Κι όλα αυτά στην αρχή της κρίσης

Το δεύτερο επιχείρημα που χρησιμοποιείται ευρέως είναι ότι όπου υπάρχει ολικό σύστημα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΕΕΚ) και κυρίως μαθητεία υπάρχει λιγότερη ανεργία. Στο επιχείρημα αυτό στήριξε και ο Φούχτελ την πώληση του συστήματος μαθητείας της Γερμανίας, στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες του Νότου, με τα περίφημα μνημόνια συνεργασίας για τη μαθητεία. Εδώ έχουμε τη συχνή πια περίπτωση, επιλεκτικής χρήσης στοιχείων για τη στήριξη προειλλημένων αποφάσεων, υπέρ της πολιτικής της ΕΕ και της εξυπηρέτησης των κερδών του κεφαλαίου.

Ας δούμε τα στοιχεία της Eurostat (Pupils in upper secondary education enrolled in vocational stream) του 2012/13

Λένε, στη Γερμανία που υπάρχει ΕΕΚ με μαθητεία για το 47,6% της ανώτερης μάλιστα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, η ανεργία των νέων είναι μόλις 8,1% για τα αγόρια και 7,9% για τα κορίτσια. Ενώ στην Ελλάδα που στην ΕΕΚ, για την ίδια ηλικία, εμπλέκεται μόλις το 32,8%, η ανεργία κυμαίνεται στα ποσοστά του 55,3 και 58,3% αντίστοιχα.

Παραλείπουν συνειδητά να αναφερθούν στα στοιχεία για το σύνολο των χωρών, από τα οποία προκύπτει ότι δεν στοιχειοθετείται μια τέτοια τάση, δηλαδή ότι όπου υπάρχει μαθητεία να υπάρχουν χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας της νεολαίας. Ενδεικτικά αναφέρω ότι στην Ισπανία με επίσης υψηλό ποσοστό συμμετοχής στην ΕΕΚ 45,5% η ανεργία προσεγγίζει τα ποσοστά της Ελλάδας και είναι 52,9%. Αντίθετα στη Μάλτα όπου μόλις το 11,8% συμμετέχει στο σύστημα ΕΕΚ η ανεργία είναι επίσης χαμηλότερη, στο 13,5% . Ενώ στην Ιαπωνία με συμμετοχή 23,05% στην ΕΕΚ, η ανεργία είναι μόλις 6,8%.

Το πιο αποκαλυπτικό όμως των προθέσεων και επιλογών της κυβέρνησης να ακολουθήσει απαρέγκλιτα την πολιτική ΕΕ και ΟΟΣΑ, που με μνημόνια ή χωρίς επιδιώκει να ξεπεράσει την καπιταλιστική κρίση στις πλάτες της νέας γενιάς και της κοινωνίας, είναι τούτο. Την ίδια ώρα που το υπουργείο Παιδείας διαφημίζει την πρόταση της υποεπιτροπής διαλόγου για τη μαθητεία, σαν δρόμο δήθεν αναβάθμισης των επαγγελματικών δικαιωμάτων και προοπτικών των αποφοίτων της, μέσω της σύνδεσης με τις πολυδιαφημισμένες «ανάγκες της αγοράς», στην ουσία εξασφαλίζει τον τρόπο ώστε η αγορά να τα υποβαθμίζει. Το Υπουργείο Εργασίας, μέσω της εφαρμογής των νέων προγραμμάτων κατάρτισης και εγγυημένης απασχόλησης (voucher) του ΕΣΠΑ 2016 – 2020, φαίνεται να ανοίγει το δρόμο της μαζικής πιστοποίησης από ιδιωτικούς φορείς, μέσω εξετάσεων και επί πληρωμή, ειδικοτήτων της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης –που απαιτούν σπουδές χρόνων-για αποφοίτους Γυμνασίου αν όχι Δημοτικού. Διατηρώντας άθικτο το καθεστώς που συμφώνησαν ΝΔ – ΠΑΣΟΚ.

Το δεύτερο ζήτημα που οφείλουμε να εξετάσουμε είναι το έδαφος στο οποίο συζητάμε για την πρόταση του υπουργείου για την ΤΕΕ, δηλαδή για ποια παραγωγή, τι είδους ανάπτυξη και ποια εργασία στα πλαίσιά τους αλλά και σε ποια κατάσταση της εκπαίδευσης.

Οι λέξεις αποκτούν νόημα όταν συνδέονται με την πραγματικότητα αλλιώς ο καθένας έχει ότι θέλει στο μυαλό του και κατά βάση αυτό που του υποβάλλουν τα ΜΜΕ. Είναι σαν εκείνο το περίφημο αν το θυμόσαστε «θα βγούμε στις αγορές» που άφηνε έναν αέρα επιτυχίας στην ατμόσφαιρα– ενώ δανεικά θα ζητούσαμε από τοκογλύφους διεθνούς κύρους. Αρχικά την περίφημη καπιταλιστική ανάπτυξη με ανεργία, την έχουν περιγράψει δεκάδες κείμενα της ΕΕ και του ΟΟΣΑ. Είναι ανάπτυξη των κερδών και της εκμετάλλευσης για να ευημερούν οι δείκτες του κεφαλαίου και να πεθαίνουν οι άνθρωποι. Όμως την ορίζουν και τα κείμενα του ΕΣΠΑ, προς αποφυγή παρεξηγήσεων. Πρόκειται για το περίφημο αναπτυξιακό μοντέλο «Ελλάδα 2021». Τι προβλέπει; Για τη δημιουργία «ελκυστικού επενδυτικού περιβάλλοντος» πρέπει να γίνουν τα εξής. Να μειωθεί η φορολογία των κερδών των επιχειρήσεων. Να γίνουν περικοπές και μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Να αυξηθεί η ευελιξία της εργασίας, η ελαστική εργασία και οι μορφές της. Να αλλάξει ο ρόλος του κράτους ώστε να έχει τη συνολική εποπτεία και την υποστήριξη των ιδωτικοποιήσεων και λοιπών ενισχύσεων του επιχειρηματικού κόσμου.

Συνεχίζουν τα λόγια περί ανάπτυξης στη χώρα και φως στο τούνελ, την ίδια ώρα που η κρίση οξύνεται και οι εργαζόμενοι, πληρώνουν τα κερατιάτικα του υποτιθέμενου χρέους και της αναστύλωσης των Τραπεζών. Προετοιμάζουν σταθερά την κοινωνική καταβύθιση, μειώνουν τους μισθούς, εμπορεύονται την ανάγκη για επιβίωση του 1,5 εκατ ανέργων. Η ανάπτυξη στο όνομα της οποίας μιλούν σημαίνει να ξυλοφορτώνουν τα ΜΑΤ τους ναυτεργάτες όταν διαμαρτύρονται που το 67% των μετοχών του ΟΛΠ ξεπουλιούνται στην Cosco. Να περνούν τα 14 περιφεριακά αεροδρόμια στη Fraport. Το γάλα και το γιαούρτι του κοσμάκη να θυσιάζεται για το κέρδος των πολυεθνικών. Η «ιδιοκτησία» του νερού να διαπραγματεύεται με τους Γάλλους. Σημαίνει τα εργοστάσια να μένουν κουφάρια και οι εργαζόμενοι στο δρόμο, όταν οι εργοδότες θησαύριζαν για χρόνια. Η Ελλάκτωρ του Μπόμπολα να απολύει με ουαλικό δίκαιο (λείπεις από τη δουλειά, βρες αναπληρωτή αλλιώς απολύεσαι). Είναι αυτή η ανάπτυξη που ευαγγελίζονται που έχει κάνει ζούγκλα τον ιδιωτικό τομέα, με την απλήρωτη δουλειά στα ύψη και τη σκλαβιά των κοινοφελών προγραμμάτων. Με το νέο μίνι μνημόνιο των 5,4 δις, με ασφαλιστικό και φορολογικό, που αν δουλεύεις να πεθαίνεις στη δουλειά και να κερδίζει ο εργοδότης κι αν δε δουλεύεις να πεθαίνεις στο δρόμο. Με μια κατάπτυστη συμφωνία που απελαύνει τους μετανάστες στην «ασφαλή Τουρκία» και δείχνει άρα το μέτρο της ασφάλειας των αξιών της σύγχρονης Ευρώπης, στις οποίες υποκλίνεται ο Τσίπρας.

Κι από την άλλη οι προτάσεις του υπουργείου γίνονται στο έδαφος μιας δημόσιας εκπαίδευσης που συνεχίζει να διαλύεται από την πολιτική τους για να ανασυντεθεί αντιδραστικά στο βωμό των συμφερόντων του κεφαλαίου, με τις κατευθύνσεις της ΕΕ και με τις εργαλειοθήκες του ΟΟΣΑ

Σ’ αυτό το πλαίσιο μιλούν για μέτρα σύνδεσης της εκπαίδευσης με την εργασία. Μοιάζουν με αυτούς που υπόσχονται τροφή την ίδια ώρα που καίνε όλα τα σπαρτά.

Καμιά συζήτηση δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική αν δεν πάρει υπόψη της λοιπόν, τη συνολική ανατροπή αυτής της πολιτικής και των υποκειμένων που την ασκούν. Των υπερεθνικών οργανισμών που την ορίζουν και των κυβερνήσεων που την ακολουθούν. Παλεύοντας για αυτή την ανατροπή μπορείς να επιφέρεις ρωγμές, καθυστερήσεις, αναχαιτήσεις, προσωρινές και στο σήμερα.

Από αυτή τη σκοπιά έχει μεγάλη σημασία να δούμε και να κρίνουμε την κατεύθυνση των αλλαγών, το έδαφος που διαμορφώνουν κι όχι να τους κάνουμε τη χάρη να τοποθετούμαστε στη βάση θετικών – αρνητικών, όπως μας προτείνουν τα ΣΥΝΕΚ.

Σαν Παρεμβάσεις δεν θεωρούμε ότι είναι πεδίο συζήτησης σε μια κοινωνία που μοιάζει με πλοίο που βυθίζεται, το ποιος θα βρεθεί πιο πάνω στο κατάστρωμα σε σχέση με το διπλανό του.

Και περνάμε στο τρίτο θέμα. Με τι είμαστε λοιπόν αντιμέτωποι σήμερα; Με μια απλή πρόταση του υπουργείου για την ΤΕΕ για την οποία συζητάμε από μηδενική βάση, συμβάλλοντας στο τι θα αποφασιστεί;

Συζητάμε στη βάση των ήδη αποφασισμένων πολιτικών κυβέρνησης, ΕΕ, ΔΝΤ. Οι προτεινόμενες αλλαγές, μέτρα έχουν ήδη υπογραφεί στο 3ο μνημόνιο (παραδοτέα με εφαρμογή ν. Διαμαντοπούλου, Αρβανιτόπουλου και εφαρμογή της μαθητείας για όλους τους αποφοίτους ΕΠΑΣ και του 33% των αποφοίτων του ΕΠΑΛ). Όχι μόνο έχουν αποφασιστεί οι κατευθύνσεις και τα παραδοτέα για την ΤΕΕ αλλά και οι δράσεις υλοποίησής τους έχουν περιγραφεί στις Επενδυτικές Προτεραιότητες του Επιχειρησιακού Προγράματος για τη διαχείριση – ανάπτυξη ανθρώπινου δυναμικού, του ΕΣΠΑ 2014 – 2020.

Η κυβέρνηση με το διάλογο κερδίζει πολιτικό χρόνο και φέρνει προτάσεις κατεργασίας της κοινής γνώμης, με κείμενα σαν αυτό της υποεπιτροπής διαλόγου για την τεχνική εκπαίδευση (που δεν είναι και τα τελικά), που προσπαθούν πρόχειρα να καλύψουν τα όσα έχουν υπογραφεί. Γι αυτό έχουν ακριβώς και την ίδια χρονική διάρκεια υλοποίησης. Πέντε χρόνια όσα μένουν δηλαδή και για την υλοποίηση των δράσεων του ΕΣΠΑ. Μετά θα επαναξιολογηθούν και θα δούμε.

Ο δικός μας διάλογος, των μαχόμενων εκπαιδευτικών, δεν μπορεί παρά να αφορά την οργάνωση του αγώνα ανατροπής τους, έχοντας καθαρό μέτωπο στον εχθρό που έχουμε απέναντί μας. Αντίθετα η πλειοψηφία του ΔΣ της ΟΛΜΕ, ΔΑΚΕ – ΣΥΝΕΚ, δίνουν άλλοθι στην τακτική παραπλάνησης του υπουργείου.

Τι κάνει λοιπόν η κυβέρνηση και ο κος Φίλης; Χρησιμοποιώντας εύηχη φρασεολογία από κείμενα της ΟΛΜΕ, παιδαγωγικά μανιφέστα κι όχι μόνο, με επίκληση 12χρονου, 14χρονου, κριτικής σκέψης κλπ… τελικά περιγράφει αυστηρά και μόνο αυτό που έχει προτεραιότητα και θα κάνει. Και αυτό είναι η μετατροπή της τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης σε κατάρτιση και μαθητεία – τζάμπα εργασιακή σκλαβιά για τους εργοδότες, στο έδαφος μιας συνολικής μετατροπής όλης της εκπαίδευσης σε παροχή δεξιοτήτων. Οι «αιρεσιμότητες του ΕΣΠΑ», που κάνουν υποχρεωτική την εφαρμογή των δράσεών του, αποτελούν τον οδηγό πλεύσης του υπουργείου και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ με τις ευλογίες της αντιπολίτευσης. Γι αυτό φέρνει μια κακοχυμένη πρόταση ίσα – ίσα για να μην κάνει κατευθείαν copypaste από τα παραπάνω κείμενα και μας εγκαλεί να κάνουμε διορθώσεις αποδεχόμενοι την αντιδραστική τους κατεύθυνση.

Η πρόταση αυτή υποβαθμίζει ακόμη παραπέρα τα μορφωτικά δικαιώματα. Πρώτα – πρώτα γιατί τσακίζει τους όρους παραγωγής τους. Δηλαδή τους καθηγητές, τις ήδη καθημαγμένες από τη λιτότητα υποδομές– σχολειά – εργαστήρια, με λοβοτομή των εκπαιδευτικών περιεχομένων στην υπηρεσία του άμεσου οφέλους των εργοδοτών. Στο γενικό λύκειο η γνώση γίνεται δεξιότητες και στην ΤΕΕ, μερική κατάρτιση. Με την περίφημη «ολιστική αντίληψη για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση» πετιέται εκτός επίσημου σχολείου μεγάλο εκπαιδευτικό μέρος που θα γίνεται δήθεν η «εκμάθησή» του στον τόπο εργασίας. Την ίδια στιγμή που διατηρεί άθικτες όλες τις δημόσιες, άλλων Υπουργείων και ιδιωτικές δομές αρχικής κατάρτισης και τις ενισχύει. Το περιεχόμενο, τα αντικείμενα, οι τομείς και οι ειδικότητες της ΤΕΕ θα ορίζονται με βάση τις ανάγκες του εργοδότη τοπικά ή περιφεριακά με «χωροταξική κατανομή και σε συμπληρωματικότητα με τα ΙΕΚ». Η ζήτηση από τις επιχειρήσεις θα καθορίζει τις ειδικότητες κι όχι η επιλογή του μαθητή, σε σύνδεση με τα Τοπικά Σύμφωνα Μαθητείας που προβλέπονται από το ΕΣΠΑ, που θα οργανώνουν τις τάξεις μαθητείας. Κι όλα αυτά θα τελούν υπό τη δαμόκλειο σπάθη της δημοσιονομικής προσαρμογής, δηλαδή σε ένα καθεστώς αέναης λιτότητας. Μαθήματα γενικής παιδείας αναθέσεων για όλους, μετακίνηση εκπαιδευτικού προσωπικού στην κατάρτιση των ΙΕΚ, βιβλία ίδια με τα υπάρχοντα και κοπτοραπτική, μείωση τμημάτων ειδικότητας, για να κλείσουν με μιας το βραχνά των «ολιγομελών τμημάτων», μείωση των εργαστηρίων που είναι ακριβά – ειδίκευση πρακτικά στη μαθητεία, εξετάσεις πιστοποίησης επί πληρωμή.

Ο μοχλός υλοποίησης και το κεντρικό άλογο που θα σέρνει όλο αυτό το κάρο της αντιδραστικής αναδιάρθρωσης της ΤΕΕ και θα δίνει κατεύθυνση και βηματισμό θα είναι η κατ’ όνομα μαθητεία στην αγορά.

Η πρόταση της υποεπιτροπής του υπουργείου τσακίζει τα εργασιακά δικαιώματα. Μετατρέπει την είσοδο στην αγορά εργασίας χιλιάδων νέων σε απλήρωτη για τον εργοδότη εργασία. Επικίνδυνο και άκρως αντιδραστικό μέτρο –που υιοθετείται από τα ΣΥΝΕΚ- είναι η αποδοχή του επιδόματος, που θα πληρώνει το κράτος στον μαθητευόμενο από τη φορογολία «των γονιών του», να είναι το 75% του ήδη μειωμένου κατώτατου μισθού των νέων. Θυμίζουμε ότι το ρατσιστικό αυτό μέτρο εναντίον της νέας γενιάς, δηλαδή ο κατώτατος μισθός τους, να είναι κατώτερος του ήδη πετσοκομμένου κατώτατου μισθού των άλλων εργαζόμενων, έγινε στο όνομα του ότι δεν διαθέτουν εργασιακή εμπειρία. Αλλά πέρα από το ύψος του μισθού μιλάμε για εργασία που θα είναι προσαρμοσμένη πλήρως σε ότι θέλει ο εργοδότης και σε πολλές περιπτώσεις, όπως έχει φανεί από την πιλοτική εφαρμογή της μαθητείας, με άθλιους όρους (βλέπε εργατικά ατυχήματα και θάνατο μαθητευόμενης στη Ζάκυνθο) υποκαθιστώντας την κανονική εργασία π.χ. στον τουρισμό, των «παλιών» και «ακριβών» λόγω δικαιωμάτων εργαζόμενων (βλέπε καταγγελίες συνδικάτων για ξενοδοχεία στην Κρήτη, πρόσφατα). Ταυτόχρονα υπονομεύονται τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών. Με τη μείωση των ειδικοτήτων, κλείσιμο τμημάτων, πέταγμα ενός μεγάλου μέρους των εκπαιδευτικών περιεχομένων αυτών που θα μείνουν στη «μαθητεία», θα έχουμε χτύπημα των εργασιακών δικαιωμάτων των εκπαιδευτικών. Από καθηγητές τεχνικής εκπαίδευσης καλούνται να μετατραπούν σε καθηγητές κατάρτισης, με νόμιμη βούλα θα σταλούν πια στα ΔΙΕΚ και άλλους όρους εργασίας αλλά και θα μετατραπούν σε διαχειριστές μαθητείας, επόπτες εργατικού δυναμικού σε σχολεία – γραφεία επενοικίασης εργαζομένων (υπάλληλοι Κέντρων Προώθησης Απασχόλησης, αρχειοθέτες καρτελών) αλλά και πιστοποιητές. Υπάρχει ήδη εμπειρία από πιλοτική μαθητεία και τα ΚΕΚ, που τελευταία αυτό το ρόλο παίζουν με τα προγράμματα επιταγών εργασίας (voucher).

Η παραπάνω κριτική δεν γίνεται από τη σκοπιά «αδράνειας και συντεχνιακών λογικών». Επιχείρημα που χρησιμοποιεί ο υπουργός παιδείας, όπως και οι προκάτοχοί του. Είναι μια ριζοσπαστική απόρριψη της σημερινής κατάστασης και της συγκεκριμένης πρότασης. Γιατί γίνεται από τη σκοπιά ανατροπής της υπάρχουσας κατάστασης και των αντιδραστικών σχεδίων εξέλιξής της.

Και ερχόμαστε έτσι, στο τέταρτο ζήτημα. Τι εκπαίδευση θέλουμε από τη σκοπιά των μορφωτικών και εργασιακών δικαιωμάτων, της νέας γενιάς, των εκπαιδευτικών, της κοινωνίας; Απέναντι στις προτεραιότητες κυβέρνησης, ΕΕ, ΟΟΣΑ, κεφαλαίου;

Ως Παρεμβάσεις θεωρούμε ότι η δράση μας ως συνδικάτα και Ομοσπονδίες, στο σήμερα και για έναν καλύτερο αύριο προς όφελος των εργατικών, λαικών αναγκών, πρέπει να θέτει στο κέντρο:

Το μορφωτικό δικαίωμα (όλων των παιδιών, το δικό μας, της κοινωνίας ως σύνολο και στη συνέχειά του). Πως ορίζεται αυτό; Η μόρφωση δεν ταυτίζεται με την εκπαίδευση αλλά σήμερα δεν μπορούμε να μιλάμε για τη μόρφωση των σύγχρονων ανθρώπων χωρίς να έχουμε υπόψη την εκπαίδευσή τους. Δεν είμαστε σε εποχές κυριαρχίας της χειρωνακτικής εργασίας όπου η μόρφωση είχε τη μορφή μαθητείας εντός της πρακτικής – εργασιακής δραστηριότητας των ανθρώπων. Η επιστήμη έχει εισέλθει στο πεδίο της εργασίας και ολοένα απαιτείται εντός της, γνώση και διανοητικές δυνάμεις. Παίζει καθοριστικό ρόλο. Επιστημονικές γνώσεις όλων των πεδίων, θεωρίες, καλλιτεχνικές παραδόσεις και τεχνοτροπίες, τεχνικές δεξιότητες, βασικές επιστημονικές γνώσεις για τους βασικούς κλάδους παραγωγής, ιστορική γνώση και ματιά, εν γένει πολιτισμικά επιτεύγματα και η απόκτησή τους από τη νέα γενιά, οφείλει να είναι το κέντρο της εκπαίδευσης. Με διανοητική καλλιέργεια – θεωρία και άσκηση του νου. Με πρακτική εφαρμογή εργαστήρια – και άσκηση χεριών. Με συναισθηματική ανάπτυξη και καλλιέργεια κλίσεων κι όχι ισοπέδωσή τους. Εντός της κοινωνίας με συλλογική, δημοκρατική, σκόπιμη δράση για την αλλαγή της, που αναδείχνει την ατομικότητα απέναντι στον ατομικισμό και την αξιοκρατία. Με ουσιαστική ελευθερία και επιλογή κι όχι με την ψευδεπίγραφη «ελευθερία της αγοράς’ που είναι σκλαβιά για τους ανθρώπους. Μορφωτικό δικαίωμα ολόκληρο, για όλους και για όλη τους τη ζωή.

Το εργασιακό δικαίωμα. Με τη μόρφωση μπορούμε να κρίνουμε, να εκτιμάμε τον κόσμο ως ενεργά υποκείμενα εντός του. Με την εργασία οφείλουμε να τον αλλάζουμε, προς το καλύτερο, σε όλα τα επίπεδα και με τους αγώνες μας συνολικά. Αυτό οφείλουμε να διδάξουμε στους μαθητές μας. Ταυτόχρονα με το ότι η ατομική ιδιοκτησία, η εκμετάλευση της εργατικής δύναμης, το κέρδος και η αναπαραγωγή του κεφαλαίου, προυποθέτουν και οδηγούν στην τεράστια ανεργία, αφού εξασφαλίσουν την χειραγώγηση και την καταστροφή των πραγματικών παραγωγικών δυνάμεων.

Το κοινωνικό δικαίωμα, να απολαμβάνω η ίδια/ ο ίδιος και να εξασφαλίζω και στους άλλους, σωστή υγεία, νερό, υποδομές, περιβάλλον, οικιστικό, έργο, παραγωγή κλπ εν πάσει περιπτώσει την ομορφιά με τα προηγούμενα για μια αξιοβίωτη ζωή σε μια αξιοβίωτη κοινωνία. Να διασφαλίζω και να διασφαλίζομαι για κίνδυνο, γηρατειά, ασφάλεια στην εργασία αλλά και ασφάλεια του έργου που παράγω. Για παράδειγμα στην Ελευσίνα οι εκπαιδευτικοί δεν μπορούν να αδιαφορούν για τα εργατικά ατυχήματα και τη μόλυνση της περιοχής από τα ΕΛΠΕ, για να εξασφαλίσουν θέσεις μαθητείας ή δωρεάν πετρέλαιο για να μην κρυώνουν στα σχολεία – όταν το κράτος δεν πληρώνει. Για να μην πεθαίνουν φοιτητές στη Λάρισσα επειδή δεν ξέρουν ότι παράγεται διοξείδιο του άνθρακα από το μαγκάλι … Για να ξέρουν ότι ιστορικά οι εκμεταλλευτικές κοινωνίες ανατράπηκαν και ΤΙΝΑ δεν υπάρχουν κλπ γιατί οι κοινωνίες προχωρούν με αγώνες κι επαναστάσεις απέναντι στις αντεπαναστάσεις των κυρίαρχων τάξεων.

Το δημοκρατικό δικαίωμα στην ελευθερία και τη συλλογική δράση απέναντι σε όλες τις μορφές καταστολής.

Η υπεράσπιση των μορφωτικών, εργασιακών, δημοκρατικών δικαιωμάτων των παιδιών και των συναδέλφων της τεχνικής εκπαίδευσης, αλλά και όλης της εκπαίδευσης, για να έχει δυναμική ανάσχεσης των αντιδραστικών μέτρων στο σήμερα δεν μπορεί παρά να έχει καρδιά και νεύρο μια άλλη αντίληψη για το σχολείο και την κοινωία, απορρίπτωντας τα κυρίαρχα ιδεολογήματα και ναρκοθετώντας τις πολιτικές επιλογές κεφαλαίου, ΕΕ, ΟΟΣΑ. Με κεντρικές ιδέες όπως:

  • Όλη η γνώση για όλα τα παιδιά μέχρι τα 18 χρόνια με βάση τις σύγχρονες δυνατότητες και ανάγκες (γενική – τομέων παραγωγής – εργαστήρια αλλά και τέχνες – γλώσσα/ες – ιστορία – μουσική κλπ). Με μέτρα που θα υποστηρίζουν τη δυνατότητα και θα κρατάνε μέσα στο σχολείο όλα τα παιδιά. Γι αυτό ενιαίο, δημόσιο, δωρεάν, υποχρεωτικό 12χρονο σχολείο.

  • Πριν, 2χρονη προσχολική αγωγή.

  • Μετά, 1-2 χρόνια σχολές για εκπαίδευση στα επαγγέλματα που δεν απαιτούν πανεπιστημιακή μόρφωση (διαμορφώνεται από κοινωνικές ανάγκες κι όχι αγορά) ή ελεύθερη (ως προς τις σημερινές ανταγωνιστικές εξετάσεις απόρριψης) πρόσβαση σε ενιαία πανεπιστημιακή εκπαίδευση

  • Αυτό να είναι το μόνο «τυπικό» σύστημα. Για όλους, όλα δωρεάν και δημόσια.

  • Κατάργηση όλων των άλλων ανάλογων δομών εκπαίδευσης ιδιωτικών ή μη, άλλων υπουργείων, ΙΕΚ κλπ

  • Σε αυτό το πλαίσιο, να εξασφαλίζεται το δικαίωμα όλων και εφ όρου ζωής, στην παρακολούθηση εκπαίδευσης, κατάρτισης.

  • Διορισμοί, χρηματοδότηση και υλικοτεχνικοί όροι και προϋποθέσεις στήριξης (από τμήματα, τάξεις, αντισταθμιστική αγωγή, ατομική παρακολούθηση, μέχρι Αναλυτικά προγράμματα, εργαστήρια)

  • Όλα τα επαγγελματικά δικαιώματα στους τίτλους σπουδών / όχι στην αγορά πιστοποιήσεων, διαγωνισμών, κυνηγιού προσόντων κλπ

  • Στα πλαίσια μόνιμης, σταθερής δουλειάς για όλους με μείωση του βαθμού εκμετάλλευσης (π.χ. μείωση ωρών εργασίας, αύξηση αποδοχών, πλήρης υγειονομική – ασφαλιστική κάλυψη ) στην προοπτική κατάργησής της

Αντί επιλόγου

Αν επισκεφτεί κανείς το μουσείο του μεταξοσκώληκα στο Σουφλί, θα δει φωτογραφίες των μαντηλοφορεμένων εργατριών του προηγούμενου αιώνα, όρθιες, να εργάζονται και να υπομένουν… Εργατριών; Αν κοιτάξει κανείς πιο προσεκτικά τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες, θα ξεχωρίσει κορίτσια 10-12 χρόνων. Που εργάζονταν 10-12 ώρες…

Τι θα έλεγε ένας προοδευτικός άνθρωπος εκείνης της εποχής; Ότι η θέση ενός παιδιού δεν είναι ούτε στο χωράφι, ούτε στα γίδια, ούτε στα εργοστάσια. Αντίθετα, «το παιδί θα έπρεπε να μάθει γράμματα». Μα και ο αγράμματος μεροκαματιάρης γονιός, θα έλεγε με τον δικό του τρόπο: «Διάβασε παιδί μου να γλυτώσεις, διότι άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο».

Φυσικά, υπήρχαν και τότε, οι «άλλοι». Εκείνοι που ήθελαν τα παιδιά στο χαμαλίκι, για να φουσκώνει ο μπεζαχτάς τους. Το παιδί της κάθε εποχής ήξερε και κάτι άλλο όμως. Το χωράφι, το ορυχείο, το εργοστάσιο, το μαραγκούδικο, ακόμη και στα καλύτερά τους, σήμαινε να μαθητεύεις για να μαθαίνεις «να ακούς» και βασικά να λες «ναι», να είσαι υπό επιτήρηση, στις προσταγές του φόβου και του περιορισμού. Το σχολείο, αντίθετα, ακόμη και το πιο αυταρχικό, στα χειρότερά του,  είχε πάντα μια χαραμάδα ελευθερίας, διαφυγής, διαμόρφωσης ελεύθερων κριτικών συλλογισμών.

Η Ελλάδα, αλλά και όλη η ανθρωπότητα μόχθησε, πόνεσε, μάτωσε για να πάνε τα πράγματα μπροστά. Και δεν πήγαν παντού, ούτε την ίδια στιγμή. Εκατό χρόνια μετά, υπάρχει η ίδια αγωνία για την επιβίωση και το ψωμί των πολλών, την ώρα που οι ελαχιστότατοι «κατέχουν  χίλιες φορές το περιττό». Η Ελλάδα των 1,5 εκατομ. ανέργων και των 55.000 εκατομμυριούχων….

Δεν υπάρχει πιο ομολογημένη αποτυχία για την καπιταλιστική κοινωνία που σε μια εποχή παραγωγής τεράστιου πλούτου και επιστημονικών – τεχνολογικών επιτευγμάτων νομιμοποιεί πάλι  ως κεντρικό ένα τέτοιο ερώτημα – στο σχολειό ή στον εργοδότη;- και το θέτει ως βάση των αξιών της!

ΠΑΤΡΑ 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2016

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here